Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

ΜΙΣΕΛ ΦΟΥΚΩ: ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟ


Στη μικρή αυτή μελέτη, γίνεται μια προσπάθεια να αναπτυχθεί μια προβληματική πάνω στην κοινωνιολογία της σχολικής πράξης, μέσα από τη διερεύνηση των απόψεων του Μισέλ Φουκώ και την αναζήτηση εννοιών και τρόπων ανάλυσης που ενυπάρχουν στο φουκωϊκό έργο και μας παρέχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουμε με κριτικό τρόπο τα διάφορα θεωρητικά προβλήματα που ενυπάρχουν τόσο στην κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, όσο και στη μικροκοινωνιολογία των σχολικών πρακτικών. Απώτερος στόχος είναι να εξετάσουμε κατά πόσο οι φουκωϊκές αναλύσεις μπορούν να αφομοιωθούν σε μια βασικά μαρξιστική προβληματική. Η ανασυγκρότηση της εκπαίδευσης ως ερευνητικού αντικειμένου μπορεί να γίνει με δύο τρόπους (Ανθογαλίδου, 1987: 14):
1ο να προσδιορισθεί η θέση της στο εσωτερικό μιας κοινωνικής δομής, της οποίας αποτελεί στοιχείο, και να αναλυθούν διασυνδέσεις της με τα υπόλοιπα στοιχεία αυτής της δομής,
2ο να κατανοηθεί ο ρόλος της στην αναπαραγωγή και εξέλιξη αυτής της κοινωνίας και να αναλυθούν οι ιστορικοί όροι που προσδιορίζουν αυτή τη λειτουργία.
Δεν μπορούμε επομένως να περάσουμε σε οποιαδήποτε ανάλυση μιας εκπαιδευτικής δραστηριότητας, χωρίς να αναλύσουμε τον κοινωνικό της ρόλο και την αναπαραγωγική της λειτουργία, δηλαδή τον καθορισμό, σε τελευταία ανάλυση, της εκπαίδευσης από τον κυρίαρχο τρόπο παραγωγής και το ρόλο της στην αναπαραγωγή και τη νομιμοποίηση των σχέσεων παραγωγής. Επομένως η προβληματική γύρω από την εκπαίδευση, διαπερνά την προβληματική που διέπει τις μαρξιστικές αναλύσεις, όσον αφορά τη σχέση ανάμεσα στη δομή και το εποικοδόμημα.
Μια όμως ανάλυση που περιορίζεται σ΄ αυτό το επίπεδο, μολονότι καταδεικνύει την ιστορικότητα των εκπαιδευτικών μορφών και τον ιδιαίτερο ρόλο τους στα πλαίσια ενός κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, δε μας δίνει τη δυνατότητα να κατανοήσουμε με επάρκεια τις ιδιοτυπίες της καπιταλιστικής εκπαίδευσης, καθώς επίσης και τους όρους, κάτω από τους οποίους πραγματοποιείται η αναπαραγωγική της λειτουργία. Δε δίνει, δηλαδή, έμφαση στις ενδιάμεσες μεταβλητές, στους μεταβαλλόμενους υλικούς όρους (χρόνος, χώρος, γλώσσα) καθώς επίσης σε ένα σύνολο εξουσιαστικών σχέσεων, κανόνων και ιεραρχήσεων, που μεσολαβούν ανάμεσα στις εκπαιδευτικές πρακτικές και στον ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής. Μεταβλητές που ουσιαστικά καθορίζουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των εκπαιδευτικών πρακτικών και οι σχέσεις τους δεν είναι, σε καμιά περίπτωση, σχέσεις γραμμικής αιτιότητας ή αναλογικού συσχετισμού με τις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις.Η κοινωνιολογία της εκπαίδευσης δεν μπορεί να περιορίζεται σε μια δομική ανάλυση, πρέπει να εμβαθύνει και στις ιδεολογικές πρακτικές στο εσωτερικό του εκπαιδευτικού θεσμού και στο ρόλο τους στη διαμόρφωση της υποκειμενικότητας (Ανθογαλίδου, 1998). Επίσης στο γεγονός ότι η μεταβίβαση γνώσεων ή δεξιοτήτων, δεν περιορίζεται μόνο στη λειτουργία της ιδεολογικής διαμόρφωσης, αλλά ότι οργανώνεται με τέτοιο τρόπο, ώστε να παράγει και αποτελέσματα εξουσίας.
Μέσα από τις ίδιες τις διατάξεις που αφορούν την κανονιστική ρύθμιση της μεταβίβασης γνώσεων, διαρθρώνεται ένα ολόκληρο δίκτυο τεχνικών σχολικής εξουσίας (Σολομών, 1992: 14), που αποσκοπεί στην υπαγωγή των παιδιών σε ένα σύνολο από κανόνες και νόρμες, με σκοπό την ηθικοποίηση της παιδικής ηλικίας. Σύμφωνα με το Φουκώ (Φουκώ, 1991: 89-90), το σχολείο αποτελεί ένα μπλοκ μέσα στο οποίο η συναρμογή των ικανοτήτων, των δικτύων επικοινωνίας και των σχέσεων εξουσίας, συνιστούν συστήματα ρυθμισμένα και ενορχηστρωμένα. Το σχολείο με τη χωρική του διευθέτηση, τη σχολαστική ρύθμιση που διευθύνει την εσωτερική του ζωή, με τις διαφοροποιημένες δραστηριότητες που οργανώνονται, αποτελεί ένα μπλοκ ικανότητας επικοινωνίας εξουσίας. Η δραστηριότητα που εξασφαλίζει την εκμάθηση και την απόκτηση δεξιοτήτων ή τύπων συμπεριφοράς, αναπτύσσεται εκεί διαμέσου ενός ολόκληρου συνόλου ρυθμισμένων επικοινωνιών (μαθήματα, ερωτήσεις και απαντήσεις, διαταγές, παροτρύνσεις, κωδικοποιημένα σημάδια της αξίας του καθενός και των επιπέδων γνώσης) και διαμέσου μιας σειράς μεθόδων εξουσίας (κλείσιμο, επιτήρηση, ανταμοιβή, τιμωρία, πυραμοειδής ιεραρχία). Αυτά τα μπλοκ, όπου η ενεργοποίηση των τεχνικών ικανοτήτων, το παιχνίδι των επικοινωνιών και οι σχέσεις εξουσίας, συναρμόζονται με τον έναν ή με τον άλλό τρόπο, αποτελούν αυτό που ο Φουκώ (Φουκώ, 1991: 90) ονομάζει πειθαρχία.
Η σχολική πειθαρχία θέτει, λοιπόν, σε λειτουργία μια σειρά από μηχανισμούς, μεθόδους, τεχνικές που αναλύουν, ιεραρχούν, αξιολογούν και κανονικοποιούν τις σχέσεις και τις συμπεριφορές στο εσωτερικό του σχολικού θεσμού. Δημιουργούνται δηλαδή στο επίπεδο της σχολικής τάξης, συστήματα μικροεξουσίας που διασφαλίζουν την υποταγή των ατόμων, αυτό που ο Φουκώ εννοεί ως διακυβέρνηση μέσο της εξατομίκευσης.Έτσι προσεγγίζοντας τις αναλύσεις του Φουκώ, η αντιμετώπιση της αναπαραγωγικής λειτουργίας της εκπαίδευσης, δεν περιορίζεται στο δομικό προσδιορισμό της και στην αφηρημένη κριτική, που στηρίζεται στη γενίκευση για τον ταξικό της χαρακτήρα, αλλά επιδιώκει να διερευνήσει τους απειροελάχιστους μηχανισμούς εξουσίας, που ενυπάρχουν στις σχολικές πρακτικές και τον τρόπο με τον οποίο έχουν προσαρτηθεί σε πιο σφαιρικά φαινόμενα. Και επίσης, πώς γενικές εξουσίες ή οικονομικοί συσχετισμοί συνδέονται εντέλει πρακτικά μ΄ αυτές τις τεχνολογίες, παρόλο που οι τελευταίες διατηρούν τη σχετική αυτονομία τους (Φουκώ, 1991: 108) σε σχέση με τις μακροδομές.
Οι αναλύσεις του Φουκώ, μας παρέχουν τη δυνατότητα να ξεπεράσουμε τα θεωρητικά προβλήματα που ενυπάρχουν στη μικροκοινωνιολογική έρευνα των διαμεσολαβητικών μηχανισμών. Πιο συγκεκριμένα, να βγούμε από την τάση, που μπορεί κανείς να διαπιστώσει σε ορισμένες μικροκοινωνιολογικές εμπειρικές έρευνες, τάση που εξαντλείται σε μια φαινομενολογία της κοινωνικοποίησης. Στη φουκωϊκή κοινωνία της νορμοποίησης, η κοινωνικοποίηση αποτελεί έκφραση της πειθαρχικής λειτουργίας του σχολείου, η οποία όμως προσδιορίζεται από ιστορικούς όρους. Να κατανοήσουμε, τέλος, πως τα περιβάλλοντα, στα οποία διαμορφώνεται η υποκειμενικότητα, είναι "δομές δυνατότητας", με την έννοια ότι ενέχουν το στοιχείο της κοινωνικής αντίφασης, επομένως λειτουργούν ως δυναμικά περιβάλλοντα, όπου το υποκειμενικό (ατομικό ή συλλογικό) διαμορφώνεται κάτω από την επίδρασή τους και ταυτόχρονα τα διαμορφώνει (Ανθογαλίδου, 1998). Ο Φουκώ κάνει την πολύ εύστοχη παρατήρηση, ότι «η εξουσία ασκείται μόνο σε ελεύθερα υποκείμενα και στο βαθμό που είναι ελεύθερα. Μ΄ αυτό εννοούμε ατομικά ή συλλογικά υποκείμενα, που έχουν μπροστά τους ένα πεδίο δυνατότητας, όπου μπορούν να λάβουν χώρα πολλές διαγωγές, πολλές αντιδράσεις και διάφοροι τρόποι συμπεριφοράς» (Φουκώ, 1991: 93).
Στόχος της μελέτης, τέλος, είναι να αναζητηθούν τα σημεία επαφής (πράγμα που δε διενεργεί ο Φουκώ σ΄ αυτό τον κατακερματισμό της εξουσίας) ανάμεσα στις επιμέρους πρακτικές και στην ευρύτερη συνάρθρωση των κοινωνικών σχέσεων. Μια τέτοιου είδους προβληματική, μας επιτρέπει να ξεφύγουμε τόσο από τον εμπειρισμό όσο και από τη γενίκευση, την ελάχιστα τεκμηριωμένη σε πραγματικότητες, και να ακολουθήσουμε την πρώτη θέση του Μαρξ στο Φόυερμαχ, να προσπαθούμε δηλαδή να αναλύοουμε τις εκπαιδευτικές πρακτικές ως θεωρητικοπρακτικές δραστηριότητες, χωρίς να παραγνωρίζουμε κανένα χρήσιμο πεδίο ανάλυσης. Η προσέγγιση του φουκωϊκού έργου θα γίνει πρώτα με την ανάλυση των θέσεων του, όσον αφορά τις σχέσεις εξουσίας και έπειτα με την παρουσίαση του έργου του «Επιτήρηση και Τιμωρία», που μας παρέχει χρήσιμα εννοιολογικά εργαλεία για την κοινωνιολογία της σχολικής πράξης.
ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
Κεντρικός άξονας των αναλύσεων του Φουκώ, δεν είναι τόσο η μελέτη των φαινομένων εξουσίας, όσο η διερεύνηση των διαφορετικών τύπων υποκειμενοποίησης του ανθρώπου στη σύγχρονη εποχή. Κάτω δηλαδή από ποιες συνθήκες ο άνθρωπος εξατομικεύεται και γίνεται υπο-κείμενο μιας εξουσίας και αντικείμενο μιας γνώσης. Επομένως οι αναλύσεις του στρέφονται σε μια νέα τεχνολογία εξουσίας, που διαμορφώνεται μετά το 17ο και 18ο αιώνα, που ταξινομεί, ιεραρχεί αξιολογεί τα άτομα σε κατηγορίες, τους επιβάλλει ένα νόμο αλήθειας, μια νόρμα και τα κανονικοποιεί. Μια μορφή εξουσίας, που μετασχηματίζει τα άτομα σε υποκείμενα. Ταυτόχρονα ο Φουκώ διερευνά, τον τρόπο που κυκλοφορεί και λειτουργεί η γνώση και οι σχέσεις της με την εξουσία. Σε ποιο βαθμό επομένως, οι νέες τεχνικές εξουσίας συναρθρώνονται με μια συγκεκριμένη γνώση, δημιουργώντας λόγους αλήθειας, που οριοθετούνται και οριοθετούν ένα σύνολο από διαιρετικές πρακτικές, διαχωρίζουν π.χ. τους "εγκληματίες" από τους "νομοταγείς", απομονώνοντας τους πρώτους από την κοινωνία και επιβάλλοντας στους δεύτερους ένα σύνολο από απαγορεύσεις και επιτηρήσεις, με σκοπό την καθυπόταξη τους.
Μια διερεύνηση, λοιπόν, του καθεστώτος του λόγου που επικρατεί στις σύγχρονες κοινωνίες και δημιουργεί ένα σύνολο από διαιρέσεις και κατανομές, στο εσωτερικό του οποίου σπονδυλώνονται μια σειρά από στρατηγικές εξουσίας και μορφών γνώσης.Επομένως, μπορούμε να πούμε, σε σχέση με το μαρξιστικό έργο, ότι έχουμε μια μετατόπιση της έρευνας από τη μελέτη των κοινωνικών σχηματισμών στη μελέτη των σχηματισμών του λόγου. Έτσι, ενώ ο Μαρξ διερεύνησε τη συγκρότηση της αστικής κοινωνίας, η οποία υλοποιώντας ένα διαφορετικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής ανέτρεψε τις κοινωνικές ιεραρχίες που υπήρχαν στη φεουδαρχική κοινωνία και δημιούργησε νέες ιεραρχίες και ανισότητες, σύμφωνα με τη δικής της ταξική συγκρότηση, ο Φουκώ, διερευνά ένα νέο καθεστώς λόγου, αλλά και νέες εξουσιαστικές σχέσεις και καθεστώτα γνώσης. Η επανατοποθέτηση (Δεληγιώργη: 285-286) του ενδιαφέροντος της έρευνας από τον τρόπο παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών, ο οποίος καθορίζει την εδραίωση μιας κοινωνικής τάξης πραγμάτων, στον τρόπο της εκφοράς λόγου που καθορίζει την εδραίωση της τάξης του λόγου, έχει σαν αποτέλεσμα την επανατοποθέτηση της Ιστορίας σ΄ ένα πεδίο όπου οι ιστορικοκοινωνικές δομές με τη μορφή συστημάτων ή υποσυστημάτων (οικονομίας, δικαίου, εκπαίδευσης) δεν καθορίζεται πλέον από τον τρόπο ύπαρξης των κοινωνικών τάξεων, αλλά από το λόγο που αρθρώνουν σχετικά με το τι κάνουν, πράγμα που μετατρέπει τις ιστορικοκοινωνικές δομές σε εξουσιαστικές δομές.
Αυτό δε σημαίνει ότι ο Φουκώ περνά στη διερεύνηση μέσο μιας ιδεαλιστικής ανάλυσης κάποιας υπερβατής οντότητας, δηλαδή του Λόγου γενικά και θεωρησιακά, αλλά στον τρόπο με τον οποίο μια εποχή αρθρώνει το λόγο της, μέσο του οποίου νομιμοποιεί τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας των κοινωνικών δομών. Έτσι κατά το Φουκώ (Φουκώ, 1991: 101) "δεν μπορεί να υπάρξει άσκηση της εξουσίας χωρίς μια ορισμένη οικονομία λόγων αλήθειας, η οποία λειτουργεί στη βάση αυτής της συνένωσης. Είμαστε υποταγμένοι στην παραγωγή αλήθειας μέσο της εξουσίας και δεν μπορούμε να ασκήσουμε εξουσία παρά μόνο μέσο παραγωγής αλήθειας". Αυτή η άποψη δεν έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το Μαρξ (Κολέτι, 1977: 37-39), αρκεί να θυμηθούμε την κριτική που ασκούσε στην κλασική πολιτική οικονομία: "Οι οικονομολόγοι υποκαθιστούν τους ιδιαίτερους θεσμούς και διαδικασίες της σύγχρονης οικονομίας με γενικές ή καθολικές κατηγορίες, που υποτίθεται ότι ισχύουν σ΄ όλους τους καιρούς και σ΄ όλα τα μέρη. Μ΄ άλλα λόγια, η λογική ενότητα παίρνει τη θέση της πραγματικής διαφοράς, το καθολικό αντικαθιστά το ιδιαίτερο, το ιστορικά συγκεκριμένο υποκαθίσταται από αιώνια κατηγορία". Επομένως, βλέπουμε ότι και ο Μαρξ ανέπτυξε την ιδέα της συγκρότησης κάποιων λογικών σχημάτων, τα οποία προσπαθούν να παγιώσουν υπάρχουσες κοινωνικές πραγματικότητες. Εφόσον, λοιπόν, οι φουκωϊκές αναλύσεις δε διεκδικούν τη θέση καθολικών εξηγήσεων, μπορούν να αποτελέσουν ερμηνευτικό εργαλείο του επιμέρους, σε μια συγκεκριμένη οργάνωση της κοινωνίας, που βρίσκεται στο επίκεντρο των μαρξιστικών αναλύσεων.
Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, η εξουσία στο Φουκώ, δεν αποτελεί ένα σύνολο θεσμών και μηχανισμών που εξασφαλίζουν την υποταγή των πολιτών στο Κράτος, ούτε ένα σύστημα κυριαρχίας, που ασκείται από μια ομάδα ή τάξη σε κάποια άλλη και της οποίας οι παρενέργειες διοχετεύονται στο σύνολο του κοινωνικού. Αντίθετα με τον όρο εξουσία "εννοείται το πλήθος των σχέσεων δύναμης που ενυπάρχουν στο χώρο όπου ασκούνται και είναι συστατικές της οργάνωσης τους. Το παιχνίδι που μέσα από αδιάκοπους αγώνες και συγκρούσεις, τις μεταμορφώνει, τις ενδυναμώνει και τις αντιστρέφει. Τα στηρίγματα που αυτές οι σχέσεις δύναμης βρίσκουν αναμεταξύ τους έτσι που να σχηματίζουν αλυσίδα ή σύστημα, ή, αντίθετα τις αναντιστοιχίες, τις αντιφάσεις που απομονώνουν τη μια από την άλλη. Καθώς επίσης και οι στρατηγικές μέσα από τις οποίες ενεργοποιούνται και που το γενικό σχέδιο, η θεσμική τους αποκρυστάλλωση υλοποιείται στους κρατικούς μηχανισμούς, στη διατύπωση του νόμου, στις κοινωνικές ηγεμονίες (Φουκώ, 1982: 115-116)". Επομένως, η εξουσία δεν είναι θεσμός, ούτε δομή, πράγμα που σημαίνει ότι δεν είναι κάτι που το κατέχουν μερικοί σε αντίθεση με κάποιους άλλους, αλλά το όνομα που δίνεται σε μια πολυσύνθετη κατάσταση σε μια δοσμένη κοινωνία.
Οι σχέσεις εξουσίας (Φουκώ 1982: 117) ενυπάρχουν μέσα σε άλλες σχέσεις (οικονομικές διαδικασίες, σχέσεις γνώσης, σεξουαλικές σχέσεις) και είναι το άμεσο αποτέλεσμα των κατανομών, των ανισορροπιών, που εμφανίζονται μέσα σ΄ αυτές και ταυτόχρονα οι εσωτερικές προϋποθέσεις αυτών των διαφοροποιήσεων. Πράγμα που επιβάλει, κατά το Φουκώ, μια ανοδική ανάλυση της εξουσίας, που θα ξεκινά από τους απειροελάχιστους μηχανισμούς και θα φτάνει σε ευρύτερα φαινόμενα, μελετώντας τη συνάρθρωση τους, μ΄ αυτές τις σχετικά ανεξάρτητες τεχνικές και στρατηγικές. Οι στρατηγικές αυτές της εξουσίας είναι ανώνυμες και χωρίς υποκείμενο και είναι το αποτέλεσμα μιας τελικοποίησης (Φουκώ, 1991: 141-142) (finalisation) με κάποιον αντικειμενικό σκοπό. Έτσι, όπως το κεφάλαιο στον Μαρξ είναι αποτέλεσμα μιας υπερ-υποκειμενικής δραστηριότητας του κεφαλαιοκρατικού συστήματος, έτσι και η εξουσία του Φουκώ (Δεληγιώργη: 285-286) είναι το αποτέλεσμα μια άκεντρης ή πολυκατευθυντήριας λειτουργίας διαταγμένων στοιχείων αυτού του συστήματος, που ρυθμίζεται από κανόνες. Επίσης ο Φουκώ επεκτείνοντας τον ορισμό της εξουσίας θεωρεί ότι η εξουσία είναι διακυβέρνηση των ανθρώπων από τους ανθρώπους, πράγμα που σημαίνει καθοδήγηση των διαγωγών και διευθέτηση της πιθανότητας, δηλαδή δόμηση του ενδεχομένου πεδίου δράσης των άλλων.
Ωστόσο διευκρινίζει πως η ανάλυση της εξουσίας ως διακυβέρνησης, εισάγει ταυτόχρονα και την έννοια της ελευθερίας (η ελευθερία τείνει να εμφανιστεί ως συνθήκη ύπαρξης της εξουσίας: Ανταγωνισμός ελευθερίας- εξουσίας) (Φουκώ, 1991: 93-94).Ο Φουκώ αυτές τις πρακτικές διακυβέρνησης τις διαχωρίζει σε εξατομικευτικές πρακτικές και σε ολοποιητικές.
Οι εξατομικευτικές πρακτικές είναι οι πειθαρχικές πρακτικές, ενώ οι ολοποιητικές πρακτικές είναι το νομικό πλαίσιο. Οι πειθαρχικές τεχνικές επιβάλλουν νόρμες και όχι νόμους. Οι νόρμες είναι κανόνες, προσταγές που καθορίζουν την εκτύλιξη της ανθρώπινης δράσης. Είναι επιβαλλόμενοι κανόνες συμπεριφοράς, στους οποίους τα μέλη μιας ομάδας πρέπει να συμμορφωθούν.Με βάση, λοιπόν, τα παραπάνω θα περάσουμε στην ανάλυση των πειθαρχικών συστημάτων μέσα από το έργο του Φουκώ "Επιτήρηση και Τιμωρία".
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
Έχοντας υπόψη όσα έχουν ειπωθεί στο προηγούμενο μέρος της εργασίας, σχετικά με τις σχέσεις εξουσίας- γνώσης και την παραγωγή των λόγων αλήθειας, μπορούμε να προχωρήσουμε στην διερεύνηση του έργου του Φουκώ "Επιτήρηση και Τιμωρία", προσπαθώντας να αναπτύξουμε μια προβληματική που να σχετίζεται με την κοινωνιολογία της σχολικής πράξης σύμφωνα με τις θεωρητικές προϋποθέσεις που θέσαμε στον πρόλογο.Το έργο αυτό του Φουκώ, μπορεί να τοποθετηθεί σε δύο επίπεδα: από τη μία διερευνά το πέρασμα από τους παλαιότερους τρόπους κολασμού με θανάτωση ή σωματικές ποινές, στο σύγχρονο τρόπο τιμωρίας με φυλάκιση. Πριν από τη Γαλλική Επανάσταση (Φουκώ, 1989: 420), η τιμωρία του εγκληματία αποσκοπούσε στην εξάλειψη ενός αμφισβητία της κρατικής εξουσίας και εντοπίζονταν κυρίως στο σώμα του. Από τη Γαλλική Επανάσταση και έπειτα, η τιμωρία του εγκληματία γίνεται με τρόπο που είναι περισσότερο μυστικός και απομονωτικός και αυτό που προέχει δεν είναι τόσο το σώμα του εγκληματία ή η πράξη του, όσο η ψυχή και η προσωπικότητα του, έτσι ώστε αυτή η εξατομικευμένη ποινή να πετύχει τη συμμόρφωσή του και την ένταξη του στην κανονικότητα από την οποία ρυθμίζεται η κοινωνική ζωή. Ο προβληματισμός αυτού του έργου δε σχετίζεται μόνο με θέματα ποινικολογικά, αλλά και με θέματα κοινωνιολογικού και πολιτικού προβληματισμού, καθώς επίσης και με το ζήτημα της γνώσης που διαμορφώνεται στο πλαίσιο αυτών των στρατηγικών.Οι στρατηγικές της εξουσίας που επιβάλλονται από το 18ο αιώνα και μετά και αποτελούν αυτό που ο Φουκώ ονομάζει πειθαρχίες, χαρακτηρίζονται από την ιεραρχική επιτήρηση, την επιβολή της νόρμας, η οποία διαφοροποιεί τα άτομα και τις συμπεριφορές με βάση δύο πόλους (καλό - κακό), και της εξέτασης. Η εξέταση αποβλέπει στη σύσταση γνώσης γύρω από τα άτομα. Χάρη σ΄ αυτές τις τεχνικές η εξουσία κατασκευάζει χρήσιμα γι΄ αυτήν άτομα, επιβάλλοντας στην κοινωνία μια γενικευμένη εξατομίκευση (Φουκώ, 1991). Επομένως, η πειθαρχία δεν ταυτίζεται ούτε μ΄ ένα θεσμό, ούτε μ΄ ένα μηχανισμό. Είναι, όπως λέει ο Φουκώ "ένας τύπος εξουσίας, ένας τρόπος άσκησης που περιλαμβάνει ένα σύνολο οργάνων, τεχνικών, μεθόδων, διαδικασιών, επιπέδων εφαρμογής, στόχων. Είναι μια φυσική ή μια ανατομία της εξουσίας, μια τεχνολογία. Και μπορούν να την αναλάβουν είτε εξειδικευμένα ιδρύματα (φυλακές), είτε ιδρύματα που την χρησιμοποιούν προς ένα βασικό σκοπό (π.χ. το σχολείο), είτε προϋπάρχουσες αρχές, κρατικοί θεσμοί, μηχανισμοί, που κατέστησαν την πειθαρχία θεμελιακή αρχή της εσωτερικής τους λειτουργίας" (Φουκώ, 1989: 283). Άρα, μπορούμε να μιλάμε για μια γενίκευση των πειθαρχικών συστημάτων και τη διαμόρφωση μιας πειθαρχικής κοινωνίας, που ξεκινά από κλειστά πειθαρχικά συστήματα, συγκεκριμένων κοινωνικών μορφών και επεκτείνεται σ΄ όλο το εύρος ενός κοινωνικού σχηματισμού. Η επικράτηση της φυλακής ως τρόπου τιμωρίας, αποτέλεσε, χάρη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, το πιο ταιριαστό κολαστικό μηχανισμό της καινούργιας οικονομίας της εξουσίας (Φουκώ, 1989: 405), αλλά συνέτεινε και στη διαμόρφωση των ανθρωπιστικών επιστημών. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η φυλακή δημιούργησε τις ανθρωπιστικές επιστήμες, αλλά ότι αυτές κατευθύνονται από μια νέα και ιδιότυπη μορφή εξουσίας, από μια ορισμένη πολιτική απέναντι στο σώμα (Φουκώ, 1989: 405-406), από ένα ορισμένο τρόπο καθυπόταξης και χρησιμοποίησης της μαζικής συγκέντρωσης των ανθρώπων, γεγονός που απαιτεί τη συνέρευση ορισμένων σχέσεων γνώσης με τις σχέσεις εξουσίας. Κατά το Φουκώ, η εξάπλωση των πειθαρχικών δικτύων συνεπάγεται τον αυξημένο ρόλο των ανθρωπιστικών επιστημών (της ψυχιατρικής, της παιδαγωγικής, της ψυχολογίας) στις εξουσίες ελέγχου και κολασμού. Τα πειθαρχικά συστήματα έχουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα να νομιμοποιούνται μέσα από τις συγκεκριμένες επιστήμες και το λόγο που αρθρώνουν διευρύνοντας τις στρατηγικές καθυπόταξης των ατόμων.
β) Το Πειθαρχικό Σχολείο
Σύμφωνα με το Φουκώ, η ανάπτυξη και η γενίκευση των πειθαρχιών δικτύων, αποτέλεσε ιστορικά την άλλη όψη των διαδικασιών με τις οποίες η αστική τάξη έγινε κυρίαρχη πολιτικά. Από τη μια έχουμε το νομικό πλαίσιο που εγκαθιδρύει την ενότητα και προσδιορίζει τα άτομα με γενικούς κανόνες που ισχύουν για όλους και του οποίου αρχή άρθρωσης είναι το κοινωνικό σώμα, ενώ από την άλλη αναπτύσσεται ένα σφιχτοδεμένο πλέγμα πειθαρχικών καταναγκασμών που, μέσα από διάφορες τεχνικές, ταξινομεί, κατατάσσει, εξατομικεύει τα άτομα με βάση μια νόρμα, καθυποτάσσοντας και κανονικοποιώντας τα.Το σχολείο, λοιπόν, ως πειθαρχικός μηχανισμός αποτελεί την άλλη όψη της γενικής εκπαιδευτικής νομοθεσίας και των νομικών ή συνταγματικών διακηρύξεων (Σολομών, 1992). Κατά το Φουκώ, η ιστορική στιγμή της πειθαρχίας είναι "η στιγμή που γεννιέται μια τέχνη του ανθρώπινου σώματος, που δεν αποβλέπει μόνο στην ανάπτυξη των ικανοτήτων, ούτε στην επιβάρυνση της υποταγής του, αλλά στη διαμόρφωση μιας σχέσης με τον ίδιο το μηχανισμό, που το καθιστά τόσο πιο υπάκουο, όσο είναι πιο χρήσιμο και αντίστροφα. Διαμορφώνεται τότε μια πολιτική των καταναγκασμών, που συνίσταται στην επεξεργασία του σώματος στον υπολογισμένο χειρισμό των στοιχείων του, των κινήσεων του και της συμπεριφοράς τους (Φουκώ, 1989: 184). Μ΄ αυτό τον τρόπο η πειθαρχία κατασκευάζει σώματα υποταγμένα και εξασκημένα, αυξάνοντας τις ανθρώπινες δυνάμεις με όρους οικονομικής ανάπτυξης και μειώνοντας τες, από την άποψη της πολιτικής υπακοής. Από τη μια μετατρέπει τη δύναμη σε επιδεξιότητα και ικανότητες και από την άλλη, αυτή τη δύναμη προσπαθεί να την περιορίσει με όρους πολιτικής υπακοής. Η πειθαρχία αρχίζει, κατά το Φουκώ, με την οργάνωση του χώρου μέσα στον οποίο ασκείται, καθώς επίσης και με την κατανομή των ατόμων μέσα σ΄ αυτό το χώρο, σύμφωνα με συγκεκριμένες αρχές, έτσι ώστε να πετυχαίνει τους στόχους της. Η πειθαρχία απαιτεί την περίφραξη, τον καθορισμό ενός χώρου που θα διακρίνεται και θα διαφοροποιείται από τους άλλους χώρους.
Κυρίαρχο στοιχείο της οργάνωσης του χώρου από την πειθαρχία, είναι η αρχή της εντόπισης ή της δικτύωσης. Δηλαδή, κάθε άτομο στη θέση του και για κάθε θέση και ένα άτομο (Φουκώ, 1989: 190). Με σκοπό να αποφεύγονται οι κατανομές σε ομάδες, να αποσυνθέτονται οι ομαδοποιήσεις, να ελέγχεται η κίνηση των ατόμων, να επισημαίνονται οι απουσίες και οι παρουσίες και να παρέχεται η δυνατότητα σε κάθε στιγμή, το κάθε άτομο που είναι τοποθετημένο σε μια ορισμένη θέση μιας χωρικής διάταξης, να αξιολογείται, να κυρώνεται, να μετριούνται τα προσόντα και οι ικανότητες του. Η ορίζουσα των πειθαρχικών συστημάτων, ως προς τη δόμηση του χώρου, είναι η οργάνωση ενός αναλυτικού χώρου, που ταξινομεί και αναλύει όλα τα στοιχεία που υπάρχουν, παρέχοντας τη δυνατότητα για μια επιτήρηση τόσο εξατομικευμένη, όσο και ολοποιητική. Ο πειθαρχικός χώρος λειτουργεί σύμφωνα με τα ζεύγη κατανομή - ανάλυση και ταυτόχρονα έλεγχος - σαφήνεια.
Ο χώρος που ανταποκρίνεται σ΄ αυτή την τακτική, είναι ο σειραίος χώρος που προσδιορίζει την κατανομή των μαθητών στη σχολική διάταξη: σειρές μαθητών μέσα στην τάξη, στους διαδρόμους, στην αυλή. Όπου η θέση του κάθε μαθητή σε μια διάταξη, προσδιορίζεται από διάφορους άλλους συντελεστές, όπως η ηλικία, η συμπεριφορά, οι επιδόσεις, το φύλο. Η οργάνωση, λοιπόν, του χώρου ενός σχολείου, δεν αποτελεί μόνο ένα τεχνικό ζήτημα, αλλά θέτει στο προσκήνιο ένα σύνολο από στρατηγικές εξουσίας, που καθυποτάσσουν τα παιδιά στα στοιχεία της σχολικής τάξης, διευκολύνοντας την ανάπτυξη σχέσεων εξουσίας με την τοποθέτηση των παιδιών στη σχολική διάταξη.
Επομένως, ο χώρος του σχολείου αποτελεί χώρο συγκρότησης του κοινωνικού, άρα και των αντιθέσεων, των αντιφάσεων και των ανισοτήτων, τις οποίες συνεπάγεται αυτό το γεγονός. Και ταυτόχρονα δηλώνει την προσπάθεια να εισαχθούν στις σχολικές χωρικές διατάξεις, εκείνες οι κοινωνικές και θεσμικές διατάξεις καθώς και οι μορφές επικοινωνίας, που η εξουσία επιθυμεί να εισάγει. Πρέπει, λοιπόν, να δούμε την οργάνωση του σχολικού χώρου ως μια στρατηγική εξουσίας, που συναρθρώνεται με τις άλλες εξουσιαστικές σχέσεις στο πλαίσιο του σχολείου.
Επίσης να τονίσουμε πως η οργάνωση του σειραίου χώρου στο σχολείο δεν αποτελεί μόνο ένα υλικό πλαίσιο που διευκολύνει την ανάπτυξη της εξουσίας, αλλά όπως τονίζει ο Φουκώ (Φουκώ, 1989: 196) «η πειθαρχία αναπτύσσει σύνθετους χώρους: Από τη μία πραγματικούς που ρυθμίζουν τη διάθεση των κτιρίων, των θαλάμων και της επίπλωσης, και ιδεατούς αφού πάνω σ΄ αυτή τη διευθέτηση εγγράφονται αξιολογήσεις και ιεραρχίες». Η σχολική αίθουσα σχηματίζει έναν ενιαίο πίνακα με πολλαπλές καταγραφές, όπου το ζητούμενο του πειθαρχικού χώρου είναι η οργάνωση του πολλαπλού μέσα από την ανάλυση και την κατανομή και ταυτόχρονα η ανάπτυξη στρατηγικών, ώστε να επιτηρείται και να εξουσιάζεται. Μια γεωγραφία της σχολικής αίθουσας, ας θυμηθούμε τον Μπρωντέλ, έχει να προσφέρει ασφαλώς πολλά στην κοινωνιολογική ανάλυση των σχολικών πρακτικών.
Πέρα από την οργάνωση του χώρου, ο έλεγχος και ο προγραμματισμός της δραστηριότητας σε όλα τα επίπεδα, ρυθμός, εντατικοποίηση, χρονική διάρκεια, διάκριση ανάμεσα σε δραστηριότητες ωφέλιμες και μη, αποτελεί ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά των πειθαρχικών συστημάτων. Το σχολικό πρόγραμμα, τόσο το γενικό, όσο και αυτό της καθημερινής σχολικής πρακτικής, οργανώνεται και συστηματοποιείται με σκοπό τη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα άρα και τον αυξημένο έλεγχο των σωμάτων και των συμπεριφορών. Η επανάληψη και τυποποίηση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων παραπέμπει, εκτός από το φορμαλιστικό χαρακτήρα της μάθησης, στην αυτοματοποίηση όλων των πειθαρχικών καταναγκασμών και εξουσιαστικών σχέσεων, γεγονός που αποτελεί και στόχο κάθε πειθαρχίας. Αποβλέπει δηλαδή στην αυτοματοποίηση της εξατομίκευσης που φέρνει σε δεύτερο πλάνο τις τιμωρίες και τον κολασμό των ενεργειών που ξεφεύγουν από την κανονιστική ρύθμιση των δραστηριοτήτων.
Ταυτόχρονα, όπως τονίζει ο Φουκώ (Φουκώ, 1989: 208), οι πειθαρχίες που αναλύουν το χώρο, που ρυθμίζουν τις δραστηριότητες, πρέπει να νοούνται και ως μηχανισμοί που αθροίζουν και κεφαλαιοποιούν το χρόνο. Ο πειθαρχικός χρόνος αναπτύσσεται σε πολλαπλές και προοδευτικές σειρές (χρόνος διάρκειας των μαθημάτων, αριθμός που επαναλαμβάνεται κάθε εβδομάδα, κλιμακωτές δοκιμασίες με εξετάσεις και βαθμολογήσεις). Η σειραιοποίηση των δραστηριοτήτων μέσα από μία αυστηρή οργάνωση του χρόνου παρέχει τη δυνατότητα για παρέμβαση, έλεγχο και επιτήρηση σε όλο το φάσμα των σχολικών πρακτικών, με αποτέλεσμα η εξουσία να σπονδυλώνεται στο χρόνο, εξασφαλίζοντας τον έλεγχο και την αποτελεσματική του χρήση. Ο πειθαρχικός χρόνος χαρακτηρίζεται από το Φουκώ ως γραμμικός εξελικτικός χρόνος που κατευθύνεται προς ένα σκοπό, ο οποίος έχει ορισθεί από την εξουσία (π.χ. εκμάθηση συγκεκριμένων δραστηριοτήτων). Μέσα από αυτό το χρόνο το παιδί αξιολογείται και επιτηρείται συνεχώς με βάση το σκοπό που έχει τεθεί, διαχωρίζεται από τους άλλους και ιεραρχείται σύμφωνα με την πορεία του. Η χρονική σειραιοποίηση με την οποία συνδέεται ο σχολικός χρόνος, κατευθύνει το παιδί σ΄ όλη τη διάρκεια της εκπαίδευσής του, καθυποτάσσοντάς το σε μια εξουσία που ρυθμίζει τη σχολική πρακτική μέσα από μια ορθολογική ρύθμιση του χρόνου.
Τέλος, η δραστηριότητα του πειθαρχημένου ατόμου πρέπει να ρυθμίζεται και να ενισχύεται με εντολές και μηνύματα ιδιάζοντα σε κάθε πειθαρχικό δίκτυο (όπως το χτύπημα του χεριού του δασκάλου στην έδρα), που παραπέμπουν σ΄ ένα σύνολο από ιδιαίτερες πρακτικές με σκοπό την αυτόματη καθυπόταξη των ατόμων.
Σύμφωνα με το Φουκώ, λοιπόν, «η πειθαρχία κατασκευάζει" μια ατομικότητα προικισμένη με τέσσερα χαρακτηριστικά: είναι κυψελική (χάρη στην χωρική κατανομή), είναι οργανική (χάρη στην κωδικοποίηση των δραστηριοτήτων), είναι γενετική (χάρη στη συσσώρευση του χρόνου) και συνδυαστική (χάρη στη σύνθεση των δυνάμεων) (Φουκώ, 1989: 219). Ως προς τις πρακτικές του, κάθε πειθαρχικό σύστημα χαρακτηρίζεται:
α) Από μια αυστηρή επιτήρηση, μ΄ αποτέλεσμα ολόκληρο το σύστημα μέσα στο οποίο πραγματώνονται οι στρατηγικές αυτές της εξουσίας, να χαρακτηρίζονται από ένα συνεχές και μόνιμο πεδίο εξουσιαστικών σχέσεων.
β) Από ένα ποινικό σύστημα που χαρακτηρίζει και αξιολογεί ένα σύνολο από πρακτικές. Πιο συγκεκριμένα, από ένα μικροσύστημα ποινών, που ισχύει για το χρόνο (καθυστερήσεις, απουσίες), τη δραστηριότητα (αμέλεια απροσεξία), τη συμπεριφορά (ανυπακοή), το λόγο (φλυαρία, αυθάδεια), το σώμα (άτοπες χειρονομίες και κινήσεις).
Ως ποινές χρησιμοποιούνται μια σειρά από εκλεπτυσμένες μεθόδους, από την ελαφριά σωματική τιμωρία, μέχρι ελάσσονες στερήσεις και μικροταπεινώσεις. Ο Φουκώ τονίζει πως το καθεστώς των ποινικών κυρώσεων, μέσα στις πειθαρχίες, προβαίνει σε πέντε διαφορετικές λειτουργίες: «ανάγει τις πράξεις, τις επιδόσεις, τις ατομικές συμπεριφορές, σ΄ ένα σύνολο που είναι ταυτόχρονα πεδίο σύγκρισης, χώρος διαφοροποίησης και θεμελιακή αρχή ενός κανόνα που πρέπει να τηρείται. Διαχωρίζει τα άτομα μεταξύ τους και σε συνάρτηση με το γενικό αυτό κανόνα. Μετράει με όρους ποσοτικούς και ταξινομεί με όρους αξίας τις ικανότητες, το πεδίο γνώσης και τη φύση των ατόμων. Διαμέσου του αξιολογικού αυτού μέτρου, εξαναγκάζει σε μια συμμόρφωση που πρέπει να πραγματοποιηθεί. Τέλος, χαράζει το όριο που θα προσδιορίσει τη διαφορά σε σχέση μ΄ όλες τις άλλες διαφορές, το εξωτερικό σύνορο του μη-κανονικού» (Φουκώ, 1989: 242). Η βασική λειτουργία, δηλαδή, του ποινικού συστήματος είναι η νορμοποίηση.
Τέλος, κάθε πειθαρχικό σύστημα διαθέτει και ένα εξεταστικό σύστημα, μέσα στο οποίο συναρμόζονται οι σχέσεις εξουσίας και γνώσης. Η εξέταση προβαίνει σε πάρα πολύ σημαντικές λειτουργίες: επιβάλλει μια συγκεκριμένη γνώση ως νόμιμη, στην οποία καλούνται οι μαθητές να εξεταστούν και να την αναπαράγουν, εμποδίζοντας ταυτόχρονα τη διείσδυση άλλων μορφών γνώσεων ή προσεγγίσεων. Υπάρχει επίσης μια γνώση για το δάσκαλο, όσον αφορά το μαθητή, με αποτέλεσμα ο μαθητής να γίνεται αντικείμενο γνώσης και μελέτης, ένα ντοκουμέντο που μπορεί ανά πάσα στιγμή να χρησιμοποιηθεί. Ο Φουκώ μάλιστα θεωρεί (Φουκώ, 1989: 247) πως η εποχή του σχολείου ως εξεταστικού κέντρου, σηματοδότησε την αφετηρία της παιδαγωγικής ως επιστήμης. Η εξέταση είναι η τεχνική με την οποία η εξουσία αντί να εκπέμπει τα σήματα της, αντί να βάζει τη σφραγίδα της, παγιδεύει τα παιδιά σ΄ ένα μηχανισμό αντικειμενοποίησης. Στην εξέταση, τα άτομα δέχονται άμεσα την έννοια της κυρίαρχης εξουσίας και δεν επιδεικνύουν παρά μόνο τα αποτελέσματα της.

Συνοπτικά μπορούμε να πούμε πως την πειθαρχία δεν πρέπει να την ορίζουμε με αρνητικούς όρους ως επιβολή ή άσκηση βίας, αλλά κυρίως ως μια προσπάθεια αύξησης των δυνατοτήτων των ατόμων και ταυτόχρονα τον έλεγχό τους προς ένα συγκεκριμένο σκοπό. Γιαυτό άλλωστε οι πειθαρχίες έχουν διεισδύσει στις σημαντικότερες εκφάνσεις του κοινωνικού. Ταυτόχρονα όμως, αυτό ακριβώς αποκαλύπτει τη συναρμογή των πειθαρχικών δικτύων με τις ταξικές πρακτικές και ένα συγκεκριμένο τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Αυτό δε σημαίνει ότι οι στρατηγικές αυτές αποτελούν αντανάκλαση οικονομικών πρακτικών, ωστόσο συναρμόζονται σ΄ αυτές, λειτουργώντας προς την κατεύθυνση της ρύθμισης της κατανομής των φορέων για την εξασφάλιση και αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού, υποβοηθώντας στον εξορθολογισμό και την αποτελεσματικότητα της αναπαραγωγικής λειτουργίας της εκπαίδευσης. Πρέπει να δούμε αυτές τις τεχνικές σε συνάρτηση με ευρύτερες πρακτικές και συσχετισμούς στο χώρο της καπιταλιστικής κοινωνίας και εδώ οι αναλύσεις του Φουκώ δεν μας παρέχουν αυτή τη δυνατότητα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Ανθογαλίδου Θ. (1987) Ο ρόλος της εκπαίδευσης στην αναπαραγωγή και εξέλιξη μιας παραδοσιακής κοινωνίας. Θεμέλιο
2) Ανθογαλίδου Θ (1998) "Ο ρόλος του σχολείου στην κοινωνική συγκρότηση της υποκειμενικότητας", http://www.auth.gr/virtualschool/1.1/TheoryResearch/CongressAnthogalidou.html
3) Δεληγιώργη Α. Ο μοντερνισμός στη σύγχρονη φιλοσοφία. Αλεξάνδρεια
4) Κολέτι Λ. (1977) Για το νεαρό Μαρξ. Οδυσσέας
5) Σολομών Ι. (1992) Εξουσία και τάξη στο νεοελληνικό σχολείο. Αλεξάνδρεια
6) Φουκώ Μ. (1982) Η ιστορία της σεξουαλικότητας, τόμος. 1. Εκδ. Ράππα
7) Φουκώ Μ. (1989) Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής. Εκδ. Ράππα
9) Φουκώ Μ. (1991) Η μικροφυσική της εξουσίας. ΄Υψιλον



O καθρεύτης

αναδημοσίευση από την εφημερίδα Κόντρα στις 30 Ιουλίου


Τι είναι ο ο 32χρονος Αντερς Μπέρινγκ Μπρέιβικ, που σκόρπισε τον όλεθρο στη Νορβηγία; Ενας ψυχοπαθής δολοφόνος, λένε οι πολλοί. Δεν γίνεται, πρέπει να είσαι ψυχοπαθής για να σκοτώσεις εν ψυχρώ τόσο κόσμο, ειδικά νέα παιδιά. Βολική ερμηνεία. Βάζεις και λίγη αντιρατσιστική-αντιναζιστική σάλτσα και το έδεσμα είναι έτοιμο προς κατανάλωση από τις λαϊκές μάζες.

Αν θέλουμε, όμως, να θέσουμε τον δάχτυλον επί τον τύπον των ήλων, πρέπει να πούμε ότι η φονική μηχανή του Οσλο δεν είναι παρά ο καθρέφτης στον οποίο πρέπει να δουν το πρόσωπό τους οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, οι αποχαυνωμένες από την αστική προπαγάνδα, οι συνηθισμένες να βολεύονται με τα ψίχουλα που τους πετούν οι αφεντάδες τους και να αδιαφορούν μπροστά στα εγκλήματα της υπερεκμετάλλευσης του λεγόμενου «τρίτου κόσμου» και των φονικών πολέμων με τους οποίους αυτή η υπερεκμετάλλευση εξασφαλίζεται και στηρίζεται.

Μέχρι τώρα, οι «πολιτισμένες» κοινωνίες της Δύσης εξεγείρονταν κάθε φορά που κάποια μαχητική ομάδα, στο όνομα των θυμάτων της καθημαγμένης Ανατολής, χτυπούσε μαζικά μέσα στην καρδιά των μητροπόλεών τους. Πότε στη Νέα Υόρκη, πότε στο Λονδίνο, πότε στη Μαδρίτη. «Τι φταίμε εμείς για την πολιτική των κυβερνήσεών μας;» έλεγαν και έτρεχαν να βρουν καταφύγιο κάτω από τις προστατευτικές φτερούγες των κρατών, που τα διοικούσαν οι ίδιες κυβερνήσεις. Ετσι στερεώθηκε το δόγμα της συλλογικής ενοχής, που εμφανιζόταν σαν συλλογική αθωότητα.

Τώρα, το νόμισμα έδειξε την άλλη όψη του. Δεν ήταν κάποιο κομάντο της Αλ-Κάιντα που σκόρπισε το θάνατο, αλλά «ένας απ’ αυτούς». Ο οποίος θεώρησε ότι παραείναι ανεκτικές οι κοινωνίες, παραείναι ανεκτικά τα κράτη. Ο Μπρέιβικ δεν είναι παρά ο Αδωνις με πολυβόλο. Δεν είναι παρά η ακραία μορφή του ρατσισμού και της ακροδεξιάς. Των φαινομένων που εκτρέφονται από την κυρίαρχη πολιτική και χάρη στην ανοχή, τον ωχαδερφισμό και τον ατομικισμό των δυτικών κοινωνιών. Εξέθρεψαν το ρατσισμό και την ακροδεξιά χρησιμοποιώντας τα ως πολιορκητικό κριό ενάντια στα στίφη των μεταναστών και των προσφύγων, που φτάνουν εξαθλιωμένοι στις χώρες της Δύσης, και τώρα αυτός ο πολιορκητικός κριός στράφηκε εναντίον τους. Επαθαν το ίδιο με τον δόκτορα Φρανκεστάιν και το τέρας που αυτός δημιούργησε.

Ας το ξακαθαρίσουμε μια και καλή. Οι πολυπολιτισμικές παπάρες δεν δίνουν λύση στο πρόβλημα, γιατί δεν είναι παρά μια σύγχρονη μορφή φιλανθρωπίας απέναντι στον «ξένο» που εξακολουθεί να παραμένει ξένος. Ολ’ αυτά αναπτύσσονται πάνω στο έδαφος της κυρίαρχης πολιτικής που χωρίζει τους «ξένους» σε νόμιμους και παράνομους, σε ανεκτούς και υπεράριθμους-μη ανεκτούς. Τα εμπορεύματα και τα κεφάλαια κυκλοφορούν ελεύθερα, οι άνθρωποι όμως κυκλοφορούν υπό τον περιορισμό της «χωρητικότητας» των δυτικών κρατών. Και μάλιστα οι άνθρωποι που αυτά τα κράτη, με την πολιτική και τις επεμβάσεις τους, τους στερούν τη δυνατότητα να ζήσουν στοιχειωδώς ανθρώπινα στην πατρίδα τους.

Ο αγώνας πρέπει να είναι διμέτωπος. Οχι μόνο ενάντια στις ακραίες ρατσιστικές-ακροδεξιές τάσεις, αλλά και ενάντια στην κυρίαρχη πολιτική που τροφοδοτεί και γιγαντώνει αυτές τις τάσεις, οι οποίες δεν αποτελούν παρά την ακραία έκφρασή της. Κι αυτός ο αγώνας δεν είναι ούτε πολιτισμικός ούτε ηθικός. Είναι (πρέπει να είναι) αγώνας ταξικός. Αγώνας για την ενότητα της εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από εθνική καταγωγή, χρώμα, θρησκεία. Μόνο στη βάση της ταξικής ενότητας όλων των εκμεταλλευόμενων μπορεί να δοθεί αγώνας ενάντια στο ρατσισμό και τις διακρίσεις κατά των «ξένων». Ολα τα υπόλοιπα είναι –στην καλύτερη περίπτωση– άσφαιρα πυρά.

Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

Η ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ ΕΞΑΠΛΩΝΕΤΑΙ! ΣΕ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΤΡΟΧΕΙΑ Η ΕΥΡΩΠΗ


Μετά το Παρίσι το 2005, την Αθήνα το 2008 σειρά είχε το Λονδίνο για να εκδηλωθεί η αγανάκτιση των καταπιεζόμενων μαζών με έντονο και αιφνίδιο για το σύστημα τρόπο. Το πρώτο σύνθημα για τις κινητοποιήσεις έπεσε μόλις τέσσερις ώρες μετά την ανακοίνωση της δολοφονίας του 29χρονου Μαρκ Ντάγκαν. Η σελίδα που άνοιξε στο Facebook, και η οποία αριθμεί ήδη 7.500 μέλη, καλούσε σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από το αστυνομικό τμήμα του Τότεναμ Κορτ Ρόουντ.
Όπως αναφέρουν αξιωματικοί της Σκότλαντ Γιάρντ, το παρασύνθημα για τις βίαιες ταραχές δόθηκε διαμέσου της λειτουργία BlackBerry Groups του BlackBerry Messenger, ενός κινητού τηλεφώνου που, σύμφωνα με έρευνα της Διεύθυνσης Επικοινωνιών Ofcom, προτιμά το 37% των Βρετανών έφηβων.
Οι λόγοι της προτίμησης που δείχνουν απέναντι στη συγκεκριμένη συσκευή είναι επειδή παρέχει δυνατότητες για διαμοιρασμό πληροφοριών με ορισμένες ομάδες επαφών, όπως παραδείγματος χάρη σημειώσεις ημερολογίου και άλλα, ενώ επίσης δίνεται η δυνατότητα άμεσου μηνύματος (instant messaging), κάτι που ευνοεί την ταχύτατη διάδοσή του.
Όπως επισημαίνουν οι Αρχές, το πλεονέκτημα του BlackBerry Messenger είναι το ότι ο αρχικός αποστολέας ενός μηνύματος δεν μπορεί να εντοπιστεί-ανιχνευθεί από καμία συσκευή παρακολούθησης, γεγονός που το καθιστά ιδανικό για μέλη συμμοριών και πάσης φύσεως κακοποιούς.


Έτσι, το μήνυμα «Καλούμε κόσμο από όλες τις γωνιές του Λονδίνου να προχωρήσουν σε βανδαλισμούς καταστημάτων για παραδειγματισμό», ουδέποτε εντοπίστηκε από τις «κεραίες» της αστυνομίας. «Συνάντηση στο κέντρο, στο Oxford Circus κι από εκεί θα τα σπάσουμε όλα! Γαμήστε τους μπάτσους», ήταν ένα άλλο μήνυμα.


Η εφημερίδα Guardian, στο φύλλο της (8.8) έκανε λόγο για ταραχές που “πυροδότησαν τα κοινωνικά δίκτυα” φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να κατηγορήσει μέχρι και τα κινητά Blackberry, για τη δυνατότητα που έχουν να στέλνουν μηνύματα σε πολλούς αποδέκτες ταυτόχρονα, μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των Αρχών…


Η Blackberry έπειτα από <πιέσεις> της αγγλικής αστυνομίας και της κυβέρνησης φέρεται έτοιμη να δώσει στοιχεία των χρηστών που έχουν στην κατοχή τους τέτοια τηλέφωνα ώστε να βοηθήσει στον τερματισμό εξάπλωσης της εξέγερσης.


Μια ομάδα απο χάκερς που αυτοαποκαλούνται ʽTeaMp0isoNʼ <αισθάνθηκαν> ότι η RIM(η εταιρία πίσω από τα κινητά Blackberry) δε θα έπρεπε να ανακατευθεί με το θέμα της εξέγερσης και αποφάσισαν να χακάρουν το Official Blackberry Blog website όπου και ανάρτησαν το παρακάτω κείμενο.


<Αυτό το χάκινγκ είναι απάντηση σε αυτή τη δήλωση της RIM>


<Αισθανόμαστε <συμπόνοια> προς αυτούς που ένιωσαν τις συνέπειες της εξέγερσης στο Λονδίνο. Έχουμε προσυμφωνήσει με τις αρχές να βοηθήσουμε με οποιοδήποτε τρόπο μπορούμε. Όπως σε όλες τις αγορές του κόσμου ,όπου η Blackberry είναι διαθέσιμη ,συνεργαζόμαστε με τους διαχειριστές τοπικών επικοινωνιών ,το νόμο και τους επίσημους λειτουργούς(κυβέρνηση). Ομοίως με άλλους τεχνολογικούς προμηθευτές στην Αγγλία συμμορφωνόμαστε με τον Κανονισμό των Ανακριτικών Δυνάμεων Δράσης και συνεργαζόμαστε πλήρως με το Υπουργείο Εσωτερικών και την αγγλική αστυνομία.>(δήλωση RIM)


Αγαπητή RIM


ΔΕΝ θα βοηθήσετε την αγγλική αστυνομία γιατί αν το κάνετε αθώα άτομα που βρίσκονταν στον λάθος τόπο την λάθος στιγμή και είχαν στην κατοχή τους ένα blackberry θα κατηγορηθούν χωρίς κανένα λόγο ,η αστυνομία προσπαθεί να συλλάβει όσους περισσότερους ανθρώπους μπορεί για να σώσει τον εαυτό της από αυτήν τη ντροπή...αν βοηθήσετε την αστυνομία δίνοντας συνομιλίες ,τοποθεσίες gps ,πληροφορίες πελατών και πρόσβαση σε ανθρώπους που έλαβαν αυτά τα μηνύματα απο τα κινητά blackberry θα το μετανιώσετε ,έχουμε πρόσβαση στη βάση δεδομένων σας η οποία περιλαμβάνει τις πληροφορίες των υπαλλήλων σας ,συγκεκριμένα - διευθύνσεις ,ονόματα ,τηλεφωνικούς αριθμούς κτλ.- οπότε αν βοηθήσετε την αστυνομία ,ΘΑ κάνουμε αυτές τις πληροφορίες δημόσιες και θα τις δώσουμε στους εξεγερμένους...θέλετε στα αλήθεια ένα πλήθος οργισμένων νεολαίων στις πόρτες των σπιτιών των υπαλλήλων σας? Σκεφτείτε το...και μην πιστέψετε ότι η αστυνομία θα προστατέψει τους υπαλλήλους σας ,η αστυνομία δε μπορεί να προστατέψει τον εαυτό της πόσο μάλλον άλλους...εαν κάνετε τη λάθος επιλογή η βάση δεδομένων σας θα δημοσιοποιηθεί ,σώστε τους εαυτούς από τη ντροπή και πάρτε τη σωστή επιλογή...μην είστε σκυλάκια.


Από αστικά site:


Δεν είναι πλέον μόνο το Λονδίνο που «καίγεται»-με επεισόδια να σημειώνονται σε έντεκα συνοικίες. Το «πολεμικό κλίμα» επεκτάθηκε επίσης στο Λίβερπουλ και το Μπέρμιγχαμ και ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον διέκοψε τις διακοπές του στην Ιταλία για να επιστρέψει στη Βρετανία και να προεδρεύσει σε συνεδρίαση της βρετανικής επιτροπής έκτακτης ανάγκης Cobra.


Ταραχές σημειώθηκαν και στο Μπέρμινγχαμ, όπου νεαροί έσπασαν τζαμαρίες και λεηλάτησαν καταστήματα ενώ την Τρίτη τα ξημερώματα τα επεισόδια επεκτάθηκαν και στην πόλη Λίβερπουλ, όπου η αστυνομία ανέφερε πυρκαγιές σε οχήματα και ζημιές σε καταστήματα.






Τουλάχιστον 500 άνθρωποι ,ανάμεσα στους οποίους είναι και ένα αγόρι 11 μόλις χρόνων, έχουν συλληφθεί ενώ κατηγορίες έχουν απαγγελθεί σε 62 κατά τις δύο τελευταίες ημέρες.






Με συνεχή ροή το BBC μεταδίδει από το απόγευμα της Δευτέρας εικόνες από τις νέες συγκρούσεις που σημειώνονται ανάμεσα σε ομάδες νεαρών και αστυνομικούς στο προάστιο Χάκνι, το Πέκαμ, όπου πυρπολήθηκε ένα κτίριο, και το Λιουίσαμ, ενώ το κύμα βίας εξαπλωνόταν στους δρόμους του Χάκνεϊ, στα ανατολικά, του Κλάπαμ, στο νότο, του Κάμντεν, στο βορρά και του Ιλινγκ, στα δυτικά. Τα οχήματα της πυροσβεστικής υπηρεσίας δεν επαρκούσαν για να αντιμετωπίσουν το σύνολο των πυρκαγιών που ξέσπασαν από εμπρησμούς στην περιοχή του Λονδίνου.


Ο αρχηγός της αστυνομίας Τιμ Γκόντουιν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι ισχυρή αστυνομική δύναμη έχει αναπτυχθεί για την αντιμετώπιση του κύματος βίας και κάλεσε τους γονείς να έλθουν σε επαφή με τα παιδιά τους για να πληροφορηθούν πού βρίσκονται. Ταυτόχρονα το γαλλικό πρακτορείο, μετέδωσε σήμερα τα ξημερώματα, ότι εκτός των αστυνομικών δυνάμεων που επιχειρούν να επιβάλλουν την τάξη, η Σκότλαντ Γιάρντ έχει διαθέσει 1.700 αστυνομικούς, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η κατάσταση.




Πολλοί από τους συμμετέχοντες στα βίαια επεισόδια προέρχονται από φτωχές περιοχές με μεγάλα ποσοστά ανεργίας. «Ομάδες ανδρών τρέχουν στους δρόμους, σπάνε βιτρίνες, βάζουν φωτιά σε κτήρια στο Κρόιντον, προάστιο του νότιου Λονδίνου και αρπάζουν ό,τι βρουν στα μαγαζιά που υπάρχουν στο διάβα τους. Παράλληλα, εξαγριωμένοι διαδηλωτές έσπασαν ΑΤΜ και έχουν βάλει φωτιά σε τουλάχιστον ένα κατάστημα, στο Κλάμχαμ», διαδηλωτές σε Λίβερπουλ, Μπέρμινχαμ και Μπρίστον κυκλοφορούν στους δρόμους, κάνοντας πλιάτσικο, βάζοντας φωτιά σε κτίρια, οχήματα, κάδους απορριμμάτων, σπάνε βιτρίνες μαγαζιών, πετάνε πέτρες και σπασμένα μπουκάλια στους αστυνομικούς που επιχειρούν να αποκαταστήσουν την Ηρεμία και την Τάξη


ΦΤΗΝΕΣ ΖΩΕΣ(ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΡΣΙΤΗ)
<><> <><><><><><>
<><><><><><><><>
<><> <><><><><><>
<><><><><><><><>
<><> <><><><><><>
<><><><><><><><>
<><><><><><>
Θα μπορούσε να είναι ένα γεγονός που εξελίσσεται παντού στις δυτικές μητροπόλεις.
Από την Αθήνα, το Βερολίνο, τις Βρυξέλες, το Σαν Φρανσίσκο…Αυτή τη φορά είναι μια συνοικία στο Βόρειο Λονδίνο. Οι αιματηρές κοινοτοπίες της εξουσίας μιλάνε παντού την ίδια γλώσσα: σκουρόχρωμος, αστυνομικό μπλόκο, εκπυρσοκρότηση, αίμα.
Και μετά κάμερες, media, δηλώσεις κρατικών αξιωματούχων που υπόσχονται άπλετο φως στην υπόθεση και μηδενική ανοχή σε αυτούς που θα διανοηθούν να διαταράξουν την τάξη. Πρόζες δημοκρατίας που δεν χρειάζονται καν μετάφραση. Παντού και πάντα ίδιες.
Η δολοφονία του 29χρονου Μαρκ Ντάγκαν από αστυνομικούς άναψε τη φωτιά που σιγόκαιγε στο προολυμπιακό Λονδίνο. Αν στην Γηραιά Αλβιώνα ο κόσμος της εξουσίας καμώνεται πως σοκάρεται από την διαπλοκή και την διαφθορά των ΜΜΕ με πολιτικούς (με αφορμή το πρόσφατο «σκάνδαλο» τηλεφωνικών υποκλοπών από εφημερίδες του ομίλου Μέρντοχ) αυτή τη φορά, δύσκολα κρύβει την αμηχανία του. Οι έννοιες της ταξικότητας, της φτώχειας, των αποκλεισμών, της οργής τους, της αστυνομικής βαρβαρότητας που τις συνοδεύει, του ρατσισμού που είναι πανταχού παρών, τσαλακώνουν την εικόνα όχι μόνο ενός «πολυεθνικού» Λονδίνου αλλά συνολικά των αξιών ενός πολιτισμού περιφράξεων. Η αμηχανία βέβαια είναι πάντα πρόσκαιρη για της μηχανές εξουσίας και το προσωρινό μούδιασμα υπερκαλύπτεται άμεσα από επιδείξεις δύναμης και δημοκρατίας…Υπάρχει εξάλλου μπροστά το μεγάλο στοίχημα των ολυμπιακών αγώνων του 2012…
Η ιστορία όμως έχει το πείσμα των από κάτω. Και είναι εκνευριστικά διδακτική. Το 1985 στους ίδιους δρόμους –για τις ίδιες σχεδόν αιτίες- εξελίχτηκαν μεγάλες κοινωνικές συγκρούσεις (που είχαν ως αποτέλεσμα μάλιστα τον θάνατο ενός αστυνομικού στα γεγονότα που ακολούθησαν). Πάλι οι πρωταγωνιστές ίδιοι: σε ένα μπλόκο ερευνάται το αυτοκίνητο ενός μαύρου κατοίκου, του Φλόιντ Τζάρετ. Με αφορμή ένα γελοίο φορολογικό παράπτωμα (παραποιημένο-πλαστό σήμα κυκλοφορίας) γίνεται έρευνα στο σπίτι του, κατά τη διάρκεια της οποίας πεθαίνει από καρδιακή ανακοπή η μητέρα του Cynthia. Τις επόμενες μέρες ένα κύμα οργής σαρώνει την πλέον υποβαθμισμένη γειτονιά του Τότεναμ γνωστή και ως εξέγερση του Broadwater Farm.
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, η περιοχή «αναπλάθεται» με την κατασκευή τεράστιων συγκροτημάτων εργατικών κατοικιών (Broadwater Farm Housing), που αποκτούν σχεδόν άμεσα –πέρα από τις αρχικές διακηρύξεις φτηνής και ποιοτικής στέγης- ένα χαρακτήρα περίφραξης, ελέγχου και υποτίμησης των κατοίκων τους. Οι ψευδαισθήσεις καταρρέουν μαζί με τις «ποιοτικές κατασκευές» του συγκροτήματος. Η περιοχή, με την εμφάνιση και του θατσερισμού στις αρχές του ʽ80, περιθωριοποιείται, εγκληματοποιείται και γίνεται το «κακό παράδειγμα» που απαιτεί περαιτέρω αστυνομικό έλεγχο. Οι θατσερικές νομοτέλειες οδηγούν στην αύξηση των κρουσμάτων βίας από την αστυνομία στην περιοχή με αποκορύφωμα την δολοφονία της Cynthia Jarret. Με αφορμή τις ταραχές του 1985 στο Τότεναμ, για να εξορκιστεί ο «δαίμονας της εξέγερσης», αρχίζει μια νέα χωροταξική-πολεοδομική (και όχι μόνο) χειραγώγηση. Σήμερα ένα κομμάτι της περιοχής «εκκαθαρίστηκε» και είναι από τα πλέον ακριβά (και κατά βάση λευκά) προάστια της πόλης. Ένα μεγάλο κομμάτι του Τότεναμ στα ανατολικά παρόλʼ αυτά συνεχίζει να κατέχει τα πρωτεία ανάμεσα στις φτωχότερες και πλέον υποβαθμισμένες περιοχές της αγγλικής πρωτεύουσας.
Το Λονδίνο προετοιμάζεται για τους Ολυμπιακούς Αγώνες μέσα σε συνθήκες γενίκευσης της φτώχειας, με αφορμή την οικονομική κρίση. Οι σφαίρες των μπάτσων συμπεριφέρονται σαν έξυπνα όπλα τελευταίας τεχνολογίας. Ξέρουν να σημαδεύουν τις επικίνδυνες τάξεις: εκείνες που θα απαντήσουν στο πλιάτσικο της ζωής τους, εκείνες που με σφιγμένα δόντια υπομένουν, εκείνες που μπορούν να βάλουν φωτιά σε καθετί που θυμίζει τον πολιτισμό της εξουσίας… Σε κείνες που αυτές τις μέρες «πλιατσικολογούν» πολυκαταστήματα, ρίχνουν πέτρες στους μπάτσους και βάζουν φωτιά στα λαμπερά σύμβολα του εμπορεύματος. Η οργή δε χρειάζεται μετάφραση. Και είμαστε με το μέρος της…
http://thersitis.gr/

Φώτο από το Athens Indymedia: Το κατεστραμμένο κέντρο διανομής της Sony στο Ένφιλντ, βόρειο προάστιο του Λονδίνου




Μεταφράζουμε από το The Commune:
Υπάρχει στην Αγγλία μια υποτάξη που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην Ευρώπη. Λευκή, με στοιχειώδη μόρφωση, χωρίς κανένα μέσο κοινωνικής ανέλιξης, είναι ένα τέλειο παράδειγμα των αποτελεσμάτων του αγγλοσαξονικού καπιταλισμού και του προγράμματος απανθρωποποίησης που εφαρμόζει. Η αγγλική διαστροφή είναι να κάνει τον πληθυσμό αυτό περήφανο για την αθλιότητα και την άγνοιά του. Η κατάσταση είναι απελπιστική. Έχω περισσότερες ελπίδες για τη νεολαία των δικών μας banlieues.


Jean-Baptiste Clamence, από την Πτώση του Αλμπέρ Καμύ (1956).

Κάποιος ήρθε σήμερα το πρωί και μου είπε ότι σκεφτόταν πως έχει κάτι παράξενο αυτή η χώρα: ανέκαθεν είχε αυτή την υποτάξη που έχουν αποφύγει οι περισσότερες άλλες χώρες στην Ευρώπη. Του αντέταξα τις φασαρίες πριν από μερικά χρόνια στα προάστια του Παρισιού, αλλά το επιχείρημά του παρέμενε αληθές. Οι χώρες αυτές κατασκευάζουν αυτή την αρρωστημένη εικόνα εκλέπτυνσης, υψηλής κουζίνας, υψηλής κουλτούρας, πολιτισμένων αξιών, τσαγιού και διανοουμενισμού, αλλά και στις δύο η αισχρή κρυφή τους όψη ξεσπά και αποκαλύπτεται σε όλους.

Είναι κάτι που θα το λέγαμε «κουλτούρα Φριτσλ», από εκείνον τον Αυστριακό που κατάφερνε να διατηρεί μια ωραία βιτρίνα στο σπίτι του στα προάστια, κουβέντιαζε με τους γείτονες, πήγαινε στη δουλειά, μεγάλωνε παιδιά, ενώ στο μεταξύ κρατούσε ένα φρικτό μυστικό κρυμμένο στο υπόγειό του, την ειδεχθή αιμομικτική οικογένεια που έφτιαχνε. Έτσι μοιάζει και η νεοφιλελεύθερη κοινωνία μας, και αυτό αντανακλούν οι ρεπόρτερ του BBC που δείχνουν τις τρέντι καφετέριες με τις βιτρίνες τους σπασμένες στο Ένφιλντ, ψελλίζοντας τις μειλίχιες, ακατανόητες μπουρδολογίες τους.

Τι αποκαλύφθηκε τις τελευταίες μέρες; Όπως βλέπουμε, σαφώς όχι το ίδιο με τις ταραχές της δεκαετίας του 1980 στο Μπρίξτον και στο Νότινγκ Χιλ. Φαίνεται ότι τα αρχικά γεγονότα στο Τότεναμ ξέσπασαν μάλλον λόγω του θανάσιμου τραυματισμού του Μαρκ Ντάγκαν από αστυνομικά πυρά, είναι φανερό όμως ότι αυτό ήταν το φιτίλι για κάτι πολύ ευρύτερο σε σχέση με το αστυνομικό ή το φυλετικό ζήτημα. Μέσα σε λίγες ώρες, ταραξίες, νέοι κυρίως, και πολλοί μαύροι, αλλά ούτως ή άλλως πολλοί από κάθε φυλή, έβαλαν φωτιά σε τμήματα της Χάι Στριτ, έσπασαν και λεηλάτησαν τα μαγαζιά κατά μήκος του δρόμου. Οι «ηγέτες της κοινότητας» σύρθηκαν αναμενόμενα στην τηλεόραση: ο David Lammy να καταδικάζει συγκαταβατικά κάτω από τις ιαχές των οπαδών του, και ο αιδεσιμώτατος Nims Obunge να καταθέτει την εξίσου συγκαταβατική έγνοια του για την ανισότητα, προσθέτοντας μερικές βουβές κουβέντες για το πόσο περιττή ήταν η βία.

Αλλά, στην πραγματικότητα, η κατάσταση ήταν φανερό ότι είχε ξεφύγει ήδη από τον έλεγχό τους. Δεν είναι φυλετική η εξέγερση, ούτε καν και τόσο πολιτική. Το καινούργιο σε αυτές τις ταραχές είναι ότι μοιάζουν διεστραμμένα απολίτικες, και σχεδόν αμιγώς οικονομικές. Μέχρι στιγμής, δεν πρόκειται για εξέγερση ενάντια στην αστυνομία ως τέτοια, αλλά ενάντια στις λαμπερές γυάλινες βιτρίνες των καταστημάτων. Η καταστροφή αφορά κυρίως επιχειρήσεις: κάνουν επιδρομές σε μαγαζιά τηλεφωνίας, εισβάλλουν στα ΜακΝτόναλντς και φτιάχνουν χάμπουργκερ, καταλαμβάνουν μαγαζιά και σερβίρουν ποτά. Η βασική εικόνα στην τηλεόραση ήταν οι πλιατσικολόγοι του Debenhams, που επί μιάμιση ώρα έκαναν ό,τι ήθελαν στο μαγαζί, αρπάζοντας ό,τι μπορούσαν. Υπάρχει επίσης μια παραβατική και καρναβαλική αίσθηση – γιατί να βάλεις στόχο ένα μαγαζί γεμάτο φανταχτερά κοστούμια; Οι τεράστιες φλόγες που κατάκαιγαν την πόλη ως τον ουρανό μοιάζουν μάλλον να συμβάλλουν σε αυτό παρά να το αναιρούν.

Οπότε αυτό που έχουμε είναι όντως «ανεγκέφαλη βία»,
όπως λέει η Τερέζα Μέι, βεβαίως όμως η φράση αυτή είναι ήδη απαξιωμένη επειδή τη χρησιμοποίησε κατά του UK Uncut και των διαδηλωτών φοιτητών. Αυτή τη φορά όμως ταλαντεύεται και η αριστερά προς αυτή την κατεύθυνση. Τώρα δεν έχουμε άνευ όρων υποστήριξη –οι IWW βγήκαν και είπαν στο Facebook ότι δεν επικροτούν τις επιθέσεις σε «εργατικά σπίτια» σε φτωχογειτονιές– και δεν είναι βέβαια λάθος τοποθέτηση, σωστή είναι πολιτικά, πρέπει να δούμε όμως και πώς ταιριάζει με την παρουσίαση της εξέγερσης από τα ΜΜΕ και την κυβέρνηση ως τρομοκρατικής καταστροφής για την καταστροφή. Τα σχόλια στη σελίδα του The Commune στο Twitter δείχνουν καλύτερα αυτή την ένταση, καθώς μας ρωτάνε πώς «ισορροπούμε το δίκιο και τη νομιμότητα της εξέγερσης» με τη νομιμότητα των ανθρώπων που φοβούνται αυτά τα «ανεγκέφαλα πράγματα».

Εντελώς αδιάφορο ζήτημα, λες κι έχει καν σημασία πώς επιλέγουμε να ισορροπήσουμε ή τι άποψη έχουμε «εμείς», ο μικρός κύκλος της ριζοσπαστικής αριστεράς – εμείς είμαστε αδιάφοροι, η κρίση μας είναι αδιάφορη, και κάθε απόπειρα να κρίνουμε ηθικά διαφορετικά είδη βίας είναι προδοσία της επαναστατικής αρχής. Δεν είναι επαναστατικός τρόπος σκέψης αυτός, γιατί δεν βλέπει την κοινωνία και τη βία μέσα της ως ολότητα. Ό,τι συμβαίνει συμβαίνει, είναι αποτέλεσμα δυνάμεων που δικό μας καθήκον είναι να προσπαθήσουμε να τις κατανοήσουμε. Κι εδώ νομίζω ότι η αναλογία με τον Φριτσλ είναι η σωστή, γιατί αυτό που έχουμε εδώ είναι μια νέα διαλεκτική ανάμεσα στο νεοφιλελεύθερο καταναλωτικό καθεστώς και τον πλιατσικολόγο, αυτούς που κάποιος τους έχει ονομάσει «αποτυχημένους καταναλωτές», που δεν βλέπουν πια τον λόγο να θέσουν τα αιτήματά τους με πολιτικούς όρους, αλλά απλώς αρπάζουν αυτό που θέλουν.

Και είναι σοβαρό αυτό, δεν σημαίνει ότι τους αποκηρύσσουμε, είναι ίσως ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε να συμβεί: πώς αλλιώς οι νέοι αυτοί που ξέμειναν στο περιθώριο της κοινωνίας μας θα μπορούσαν να τα βάλουν μαζί της και να της αντισταθούν; Αυτή είναι η έκφρασή τους, το κράτος θα κάνει ό,τι μπορεί για να την καταστείλει, εμείς όμως ξέρουμε στα σίγουρα ότι δεν θα εξαφανιστεί όσο η κοινωνία αυτή εντείνει τη λιτότητα. Το κράτος έχει συντριβεί από τις απαιτήσεις του χρηματιστικού καπιταλισμού, και οι κουβέντες περί επιστροφής στη σοσιαλδημοκρατία είναι πλάνη και όνειρο.

Οφείλουμε να παραμείνουμε πιστοί σε αυτή την κρίση. Οφείλουμε να υποστηρίξουμε το ξέσπασμα των ανήκουστων και των ανείπωτων στην αισχρή κοινωνία μας. Είναι πολύ ταιριαστό που τα χρηματιστήρια καταρρέουν σε όλο τον κόσμο και την ίδια στιγμή η ιστορία αυτή επισκιάζεται από τη βία από τα κάτω. Είναι οι καλύτερες συνθήκες που θα μπορούσαμε να ευχηθούμε, τώρα όμως οφείλουμε να συνειδητοποιήσουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι οι υπερβολές της μιας ή της άλλης δράσης, είναι ότι οι εξεγερμένοι δεν είναι αρκετά ριζοσπαστικοί. Οφείλουμε να τους ριζοσπαστικοποιήσουμε κι άλλο, οφείλουμε να τους πολιτικοποιήσουμε και να τους στρέψουμε ενάντια στους πραγματικούς στόχους της αλλοτρίωσης και της φτώχειας μας – όχι τα εργατικά σπίτια, αλλά το κλυδωνιζόμενο καπιταλιστικό καθεστώς. Οφείλουμε να υποστηρίξουμε τον θυμό τους, αλλά να κάνουμε τον θυμό πολιτικό, κι έτσι να τον μετατρέψουμε σε κάτι γνήσια ισχυρό κι επικίνδυνο – μια επαναστατική στιγμή αντί για μια εξέγερση.
katalipsiesiea.blogspot.com/2011/08/blog-post.html
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΑΠΟ RESISTANCE69:
Μην εμπιστεύεστε τα αστικά ΜΜΕ για την πληροφόρηση σας γύρω απο την εξέγερση που εξελίσεται αυτην την στιγμή στο Λονδίνο.Πρόκειται για τους ταξικούς μας αντίπαλους. Αυτοι δυσφήμισαν το κίνημα των πλατειών, τις απεργίες και τους αγώνες κάθε καταπιεζόμενου κομματιού στην Ελλάδα. Αυτοί υποβάθμισαν το μέγεθος των επαναστάσεων στον Αραβικό κόσμο και αυτοί είναι που τόσες δεκαετίες διαμόρφωσαν συνειδήσεις προσκείμενες στα συμφέροντα τους. Τώρα που επαναστατικός άνεμος διαπνέει την τσακισμένη απο την λιτότητα Ευρώπη, ένα "φάντασμα" πλανιέται πάνω απο αυτήν.Και για αυτο θα προσπαθήσουν να δυσφημισουν ότι γίνεται. Για αυτό εμπιστευτείται τα μέσα αντιπληροφόρησης όπως το indymedia,ιστοσελίδες καταλήψεων, αναρχικών και αριστερών οργανώσεων.


Κυριακή 7 Αυγούστου 2011

Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΣΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΤΟ 1936

  εσσαλονίκη και δίνει εντολή στο σωματάρχη του Γ΄ ΣΣ, Ζέπο να συντρίψει τους εργάτες. Οι σταλινικοί, που έχουν στο μεταξύ ενωθεί με τους "ρεφορμιστές" του Καλομοίρη, φτιάχνοντας το "Ενωτικό ΕΚΘ" - υπήρχαν πριν 4 ΕΚΘ -, αντί να κινητοποιήσουν αμέσως την εργατική τάξη της πόλης, την καλούν απλώς "να βρίσκεται σε επιφυλακή για 24ωρη απεργία διαμαρτυρίας"!!!
Ο ανταποκριτής του "Ριζοσπάστη" στην Θεσσαλονίκη στις 8 Μάη, απλώς περιέγραφε με κάθε λεπτομέρεια τις μάχες των απεργών με την αστυνομία και κατάγγελνε τους καπνέμπορους που συσκέπτονταν στην Γενική Διοίκηση. Ήταν ολοφάνερο ότι η 8η Μάη ήταν η "πρόβα τζενεράλε" για την επέμβαση του στρατού την επόμενη μέρα. Τους σταλινικούς, όμως, όπως ομολογεί ο απηνής διώκτης των τροτσκιστών, Χαράλαμπος Μελανεφίδης, γραμματέας της "Ενωτικής Επιτροπής" τους απασχολούσε πώς να βάλουν κάτω από τον έλεγχό τους έναν αγώνα που είχε πάρει επαναστατικές διαστάσεις, για να τον φέρουν τάχα, "πιο κοντά στην επίλυση των αιτημάτων των απεργών". Συγκρότησαν γι΄ αυτό το σκοπό μια τριμελή επιτροπή (Μελανεφίδης, Μουζενίδης - ΚΚΕ, Βεκίδης γραμματέας του "Ενωτικού"), και μετέτρεψαν τις διοικήσεις των συνδικάτων σε απεργιακές επιτροπές. Οι γραμματείς τους αποτέλεσαν την Κεντρική Απεργιακή Επιτροπή που ηγήθηκε στην εξέγερση στις 9-11 του 1936. Ανάμεσά τους ο σ. Π. Βασιλειάδης, ηγέτης των κλωστοϋφαντουργών και στέλεχος της ΚΔΕΕ (Κομμουνιστική Διεθνιστική Ενώσει Ελλάδας).
Tην ίδια ώρα που η ΚΑΕ και τα δύο Εργατικά Κέντρα συζητούσαν την οργάνωση της 24ωρης απεργίας, στο Διοικητήριο οι επιτελείς της μπουρζουαζίας έπαιρναν την απόφαση να την πνίξουν στο αίμα. Οι σταλινικοί όμως ούτε καν είχαν προειδοποιήσει τους εργάτες για τον θανάσιμο κίνδυνο που τους απειλούσε. Έβγαζαν μόνο κορώνες εναντίον του "φασισμού" και καλούσαν αφηρημένα σε "παλλαϊκή ενότητα". Ήθελαν, όπως και τώρα, να "διαμαρτυρηθούν" για την "στάση της αστυνομίας" παρά το γεγονός ότι οι εργάτες φώναζαν στις συγκεντρώσεις "να δείξουμε την γροθιά μας".
Το πρωί της 9 Μάη έβγαλαν κοινή ανακοίνωση η σταλινική "Ενωτική" ΓΣΕΕ και η "ρεφορμιστική" του Καλομοίρη για να διαμαρτυρηθούν για τα "μέτρα" του υπουργού Εργασίας, Γρ. Κασιμάτη και να κάνουν έκκληση για "ενότητα" ανάμεσα στους εργάτες που ανήκαν στις δύο συνομοσπονδίες. Η κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους εξεγερμένους εργάτες, οι "λαϊκές φρουρές", η περικύκλωση των αστυνομικών τμημάτων, η συναδέλφωση των εργατών με τους στρατιώτες, η πλήρης υποστήριξη των μικροαστών στην εξέγερση, τίναξαν στον αέρα την πολιτική της ταξικής συνεργασίας. Τα εξαγριωμένα πλήθη των εργατών που στην κηδεία των θυμάτων της εξέγερσης φώναζαν "Κάτω η κυβέρνηση των δολοφόνων" και "εκδίκηση", έπρεπε το ταχύτερο να μαζευτούν από τους δρόμους. Η απεργία δεν έπρεπε προπαντός να εξαπλωθεί στην υπόλοιπη Ελλάδα. Γι΄ αυτό οι Τροτσκιστές έγιναν ο κύριος στόχος των σταλινικών. Προσπαθούσαν να τους εξουδετερώσουν διαδίδοντας ότι είναι "χαφιέδες" και "προβοκάτορες". Δεν ήταν λίγες οι φορές που τους επιτέθηκαν βίαια, για να τους σκοτώσουν.
Στο ψήφισμα του συλλαλητηρίου στην πλ. Ελευθερίας, τη μέρα της κηδείας των θυμάτων, το κύριο αίτημα των σταλινικών ήταν η εφαρμογή του "συμφωνητικού Φιλελεύθερων και Παλλαϊκού Μετώπου, παραίτησης της κυβέρνησης, άμεσου συγκλήσεως της Βουλής και σχηματισμού, υπευθύνου κοινοβουλευτικής κυβερνήσεως". Κι όλα αυτά, τη στιγμή που, όπως παραδέχεται ο Σπ. Κουζινόπουλος, υπεύθυνος του "Ρ" στην Β.Ε., "ο λαός... είναι η δεύτερη μέρα που νοιώθει ότι είναι αφέντης της πόλης και μοναδική εξουσία. Και αρχίζει να κάνει όνειρα για τη διατήρηση αυτής της εξουσίας. Όμως..." ("Ο ηρωικός Μάης της Θεσσαλονίκης του ΄36", έκδοση ΚΟΘ του ΚΚΕ, 1984, σελ. 64)"Όμως" οι σταλινικοί είναι αποφασισμένοι να προδώσουν την εξέγερση. Ο βουλευτής τους Μιχάλης Σινάκος, από τους πρωτομάστορες της προδοσίας, σε άρθρο του στην ΚΟΜΕΠ τον Μάη του 1975, είναι πολύ αποκαλυπτικός: "Η καθοδήγηση του κόμματος δεν χρησιμοποίησε έγκαιρα (!) τα παλλαϊκά γεγονότα της Θεσσαλονίκης, για να ρίξει με πανελλαδική δράση την κυβέρνηση Μεταξά... Παρακολούθησε τα γεγονότα από την Αθήνα, ενώ θα έπρεπε ολόκληρο κλιμάκιο της με τον ίδιο τον Γραμματέα της να βρίσκεται στην Θεσσαλονίκη... Οι εργατικές φρουρές που περιφρουρούσαν την τάξη μαζί με στρατιωτικές δυνάμεις, τη νύχτα της 10 του Μάη, διαλύθηκαν... Ετσαι στις 11 Μάη το πρωί, πέτυχε η μανιασμένη εξόρμηση των δυνάμεων της χωροφυλακής και της ασφάλειας, που βρίσκοντας απεριφρούρητη την απεργία μπόρεσαν να την αποκεφαλίσουν και να την σταματήσουν".
Στη σύνοδό της στις 14 του Μάη, η Κ.Ε. του ΚΚΕ για να συγκαλύψει τις εγκληματικές της ευθύνες διαστρεβλώνει τον επαναστατικό χαρακτήρα της εξέγερσης και προτείνει στον εργαζόμενο λαό "να ακολουθήσει σε όλη τη χώρα το παράδειγμα της πάλης των εργαζομένων της Θεσσαλονίκης, δηλ... να εφαρμοστεί άμεσα το σύμφωνο Σοφούλη - Σκλάβαινα, σαν πρώτη αρχή ικανοποίησης των πιο άμεσων λαϊκών διεκδικήσεων"(!).
Έκθετοι μπροστά στην εργατική τάξη για την απομόνωση της εξέγερσης και για την κατόπιν εορτής κήρυξη 24ωρης πανελλαδικής απεργίας στις 13 Μάη, οι σταλινικοί ηγέτες τα φόρτωσαν στο γραμματέα της "Ενωτικής ΓΣΕΕ", Κ. Θέο. Ο τελευταίος, βέβαια, ακολούθησε την επίσημη γραμμή και συμφώνησε με τον Καλομοίρη της "Γενικής" να μην περιληφθεί στα αιτήματα της Γενικής Απεργίας η παραίτηση του Μεταξά! Οι βενιζελικοί βουλευτές Ζάννας και Μαυροκορδάτος και ο Μ. Σινάκος του ΚΚΕ με την απειλή της δικτατορίας θα σπάσουν τελικά την επαναστατική απεργία. Μόνο ο σ. Π. Βασιλειάδης από την ΚΔΕ, θα αντιδράσει στην προδοσία. Ο Μ. Σινάκος μάλιστα, μαζί με τους ηγέτες της Παγκαπνεργατικής Ομοσπονδίας και του ΕΚΘ, θα καλέσει τους εργάτες να δείξουν εμπιστοσύνη στον στρατοκράτη που τους έσφαξε, το σωματάρχη Ζέπο. Ο δρόμος για την 4η Αυγούστου είχε πλέον στρωθεί από τους σταλινικούς. Οι ίδιοι σήμερα θεωρούν αυτή την προδοσία "μία από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας του ΚΚΕ" (!), επειδή ακριβώς είναι έτοιμοι να την επαναλάβουν.