Σάββατο 26 Μαρτίου 2011

25η ΜΑΡΤΙΟΥ

Θεωρήσαντες ότι η ημέρα της 25 Μαρτίου, λαμπρά καθ’ εαυτήν εις πάντα Έλληνα διά την εν εαυτή τελουμένην εορτήν του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι προσέτι λαμπρά και χαρμόσυνος διά την κατ’ αυτήν την ημέραν έναρξιν του υπέρ της ανεξαρτησίας αγώνος του Ελληνικού Εθνους, καθιερούμεν την ημέραν ταύτην εις το διηνεκές ως ημέραν ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΟΡΤΗΣ».
Εν Αθήναις τη 15η Μαρτίου 1838
ΟΘΩΝ
Ο επί των εκκλησιαστικών κτλ.
Γραμματεύς της Επικρατείας
Γ. ΓΛΑΡΑΚΗΣ

Ο θρύλος της Αγίας Λαύρας
Το οθωνικό διάταγμα, με το οποίο ορίστηκε αυθαίρετα η έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του Εικοσιένα στις 25 Μαρτίου, αργότερα, μετά από χρόνια, το συμπλήρωσαν τόσο η κληρική παράδοση, όσο και η λόγια παράδοση των προκρίτων και ολοκλήρωσαν έτσι την πλαστογράφηση του Εικοσιένα. Αυτές τοποθέτησαν την επανάσταση στη μονή της Αγίας Λαύρας των Καλαβρύτων και επέλεξαν τον επίσκοπο Παλαιών Πατρών Γερμανό να υψώνει τη σημαία της Επανάστασης στη μονή αυτή, στις 25 Μαρτίου. Αυτό είναι ένα ιστορικό ψέμα, που έγινε θρύλος. Γιατί είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι η Επανάσταση άρχισε πριν τις 25 Μαρτίου και ότι ο Π. Π. Γερμανός δε σήκωσε τη σημαία της Επανάστασης στη μονή της Αγίας Λαύρας στις 25 Μαρτίου, γιατί την ημέρα αυτή δε βρισκόταν στην Αγία Λαύρα, αλλά στα Νεζερά (Αίγιο) της Αχαΐας, όπως ο ίδιος γράφει στα απομνημονεύματά του. Αλλά και τα τεκμήρια που υπάρχουν διαψεύδουν το θρύλο αυτό, καθώς και οι ιστορικοί της εποχής εκείνης Σ. Τρικούπης, Ι. Φιλήμων, G. Finlay στους οποίους θα αναφερθούμε παρακάτω.
Το πλάσιμο του θρύλου αυτού έχει την αφορμή του στο εορτασμό της Εθνικής Γιορτής στις 25 Μαρτίου, που αυθαίρετα ορίστηκε από το οθωνικό διάταγμα στις 15.3.1838. Κατά τους ιστορικούς της εποχής εκείνης έχει την αφετηρία του στη μετάβαση των δύο Επισκόπων Παλιών Πατρών Γερμανού και Κερνίτσης Προκόπιου μαζί με τους προεστούς της Αχαΐας, από τα Καλάβρυτα στη Μονή της Αγίας Λαύρας στις 10.3.1821, που έγινε αποκλειστικά και μόνο για την ασφάλειά τους, να κρυφτούν για να μη συλληφθούν από τους Τούρκους.
Ο Π. Πατρών Γερμανός μάλιστα, στη σύσκεψη του Aιγίου, διαφώνησε με την επαναστατική στρατηγική των Φιλικών. Όταν στις 21 Μαρτίου δίνονταν οι μάχες στους δρόμους της Πάτρας με αρχηγό τον τσαγκάρη Παναγιωτάκη Kαρατζά, ο Γερμανός λούφαζε με τους προεστούς στη μονή Ομπλού. Εκεί δολοφόνησαν τον Καρατζά, λίγους μήνες μετά στις 4 Σεπτέμβρη, οι Kουμανιωταίοι, άνθρωποι δικοί του (Βλ. N. Bαρδιάμπαση, Π. Kαρατζάς: ο τσαγκάρης που ξεκίνησε την Eπανάσταση του 1821, «Eλευθεροτυπία», 3-7-1993).
Όμως, ύστερα από 19 χρόνια, πρόκριτοι και αρχιερείς διαστρέβλωσαν τους πραγματικούς λόγους της μετάβασης αυτής και παραποίησαν την αλήθειά τους. Απέδωσαν την άφιξη του Γερμανού και των άλλων, στις 10.3.1821, στο μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, στην κήρυξη της Επανάστασης και έπλασαν το μύθο της ύψωσης της σημαίας της Επανάστασης στη μονή της Αγίας Λαύρας από τον Π.Π. Γερμανό στις 25 Μαρτίου. Κίνητρο του μύθου αυτού ήταν να περιβληθούν αυτές οι κοινωνικές ομάδες, οι προεστοί και το ανώτερο ιερατείο, με την τιμή ότι αυτές είχαν αρχίσει τον Αγώνα και είχαν πρωτοστατήσει σ’ αυτόν, και να μοιραστούν έτσι τη δόξα από τους πραγματικούς αγωνιστές και δημιουργούς του Εικοσιένα και της Εθνικής Παλιγγενεσίας, ενώ αυτές οι ομάδες ήταν απούσες από την Επανάσταση και αντέδρασαν έντονα και επικίνδυνα στην προετοιμασία της Επανάστασης και την κήρυξή της. Έτσι ολοκλήρωσαν την πλαστογράφηση της Επανάστασης του Εικοσιένα, καλύπτοντάς την, για πολιτική και κοινωνική σκοπιμότητα, με θρησκευτικό μανδύα. Ιερή η ημέρα της 25ης Μαρτίου που ξεκίνησε η Επανάσταση, η εορτή του Ευαγγελισμού της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ιερός ο τόπος από τον οποίο ξεκίνησε, η μονή της Αγίας Λαύρας. Και ιερό το χέρι που ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, αυτό του επισκόπου Παλαιών Πατρών Γερμανού.
Ο μύθος του ελληνοχριστιανισμού και του «Θεού της Ελλάδος» απαιτούσε για την Επανάσταση, μια ιερή ημερομηνία όπως αυτή του Ευαγγελισμού, ένα μοναστήρι και έναν επίσκοπο και τα στρίμωξε όλα αυτά σε ένα παραμύθι που μπάζει από παντού. Είναι γνωστό, πως σε προγενέστερες ημερομηνίες είχαν ξεσηκωθεί τα Καλάβρυτα, η Βοστίτσα, η Καρύταινα, η Καλαμάτα, το Γύθειο, τα Σάλωνα και ο Πραστός.
O ίδιος ο Π. Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει στα απομνημονεύματά του, που έγραψε στα τελευταία του και πρωτοκυκλοφόρησαν το 1837, λέξη για την υποτιθέμενη συγκλονιστικότερη στιγμή της ζωής του.
Η προφανούς σκοπιμότητας επινόηση της ημερομηνίας αυτής, που τίποτα δεν δικαιολογεί την συμπερίληψή της στις δέλτους της Ιστορίας, προήλθε το 1835 από τον Κωλέττη και υλοποιήθηκε το 1838 (Β. Σφυρόερα, “Η επέτειος της Εθνεγερσίας“, “Καθημερινή-Επτά Ημέρες”, 1-3-2001).
Ο Σπ. Τρικούπης είχε το θάρρος να παραδεχθεί: “Ψευδής είναι η εν Ελλάδι επικρατούσα ιδέα, ότι εν τη μονή της Αγ. Λαύρας ανυψώθη κατά το πρώτον η σημαία της Ελληνικής Επαναστάσεως…” ( “Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως”, τ. Α΄, σ.312, εκδ. Β΄).
Ο Ι. Φιλήμων αποκαλεί τον μύθο της Λαύρας “ψεύδος παχυλόν” (”Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας”, τ.Γ΄, σ.22-1834). Ο καθηγητής Απ. Β. Δασκαλάκης ομολογεί: “…ουδέν επαναστατικόν γεγονός εσημειώθη εν τη Μονή της Αγίας Λαύρας. Κατά την 25ην Μαρτίου ουδείς ευρίσκετο εν Λαύρα…” “Πως εκηρύχθη η Επανάστασις εις την Πελοπόννησον”. “Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά”, 1962″).
Όσοι αναζητούν την παντιέρα του Γερμανού, βρίσκουν σανίδα σωτηρίας στον Γάλλο Φ. Πουκεβίλ, ο οποίος, καίτοι απών, περιγράφει την τελετή μελοδραματικά αλλά χωρίς ημερομηνία στην “Ιστορία…” του (1824). Η εγκυρότητα της μαρτυρίας του Πουκεβίλ, βυθίζεται στα νερά του Ευρώτα μαζί με τους κύκνους και τα ποταμόπλοια που ο ευφάνταστος Γάλλος είδε χωρίς να έχει ταξιδέψει ακόμη στη Λακωνία, αφού έγραψε αιχμάλωτος στην Τριπολιτσά το “Voyage en Moree…“(1805). Ο κληρικόφρων Πουκεβίλ φαντασιωνόταν πως οι Άγγλοι, Γερμανοί και Ελβετοί ιερωμένοι ξεσήκωσαν τους φιλέλληνες συμπατριώτες τους στέλνοντάς τους να πολεμήσουν στην Ελλάδα!
Απάντηση σ’ αυτή του την πλάνη πήρε από τον δρα Albert Schott («Erlauternder Nachtrag zu Pouqueville’s ‘Geschichte der Wiedergeburt Griechenlands’»-τ. 4ος, Χαϊδελβέργη 1825), πρόεδρο του φιλελληνικού κομιτάτου Στουτγκάρδης που υποστήριξε τον κοσμικό χαρακτήρα του φιλλεληνισμού, υπογραμμίζοντας πως κανένα χριστιανικό κράτος ως κράτος δεν βοήθησε την Επανάσταση πριν το Ναυαρίνο. Την ωμή πραγματικότητα παρουσίασε ο Τάκης Σταματόπουλος («Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός χωρίς θρύλο»- 1958), γράφοντας πως στη Λαύρα, όχι μόνο δεν σηκώθηκε καμμιά σημαία αλλά εκεί, όπως το περιγράφει κι ο Φωτάκος, εκδηλώθηκε ο φόβος των κοτζαμπάσηδων, που ψάχνανε που θα κρυφτούνε, και η προσπάθειά τους για ματαίωση της Επανάστασης. Μάλιστα είχανε φροντίσει παλιότερα να κλείσουνε τον Παπαφλέσσα που υποδαύλιζε την ιδέα, στην μονή Σιδηρόπορτας (το αναφέρει ο Κ.Δεληγιάννης), απ’ όπου βγήκε στις 22 Μαρτίου. Είναι μάλιστα γνωστό πως ο Γερμανός ενοχλήθηκε από την επαναστατική ορμή του Παπαφλέσσα και τον αποκάλεσε: «Άνθρωπο απατεώνα και εξωλέστατο» που φρόντιζε «να ερεθίση την ταραχήν του έθνους».
Για να μην αδικηθεί ο δεσπότης, πρέπει να επισημανθεί πως όντως ο ιδιωτικός βίος του αρχιμανδρίτη ήταν έκλυτος.
Διάδοση και χάλκευση του θρύλου
Ο θρύλος της μονής της Αγίας Λαύρας δεν πρέπει να είχε κυκλοφορήσει πριν από την έκδοση του οθωνικού διατάγματος στις 15.3.1838. Και αυτό γιατί οι αδίστακτοι συντάκτες του θα τολμούσαν να θεωρήσουν στο διάταγμά τους το θρύλο αυτό ως ιστορικό γεγονός, όπως τόλμησαν και πλαστογράφησαν την ημέρα έναρξης της Επανάστασης του Εικοσιένα.
Σύνταγμα, κατά την οθωνική τυραννία, δεν υπήρχε, που θα εγγυόταν τις ελευθερίες του ελληνικού λαού. Κι αυτοί, με την αλαζονεία της δύναμής τους, ήταν ασύδοτοι και κυνικοί στη λήψη των αυταρχικών αποφάσεών τους με έκδοση βασιλικών διαταγμάτων. Οι αγωνιστές του Εικοσιένα ήταν σε εξοντωτικό διωγμό. Ποιοι και σε ποιον να διαμαρτυρηθούν για το ανοσιούργημα της πλαστογράφησης του Εικοσιένα με την οθωνική τρομοκρατία;
To 1840 ο θρύλος αυτός κυκλοφόρησε, αλλά δεν είχε ελεγχθεί, κατά τον ιστορικό Ι. Φιλήμονα.
Η διάδοση του θρύλου αυτού βοηθήθηκε από τη ζωγραφική του Θ. Βρυζάκη (1814 – 1878) «Υψωσις της σημαίας της Επαναστάσεως εις την Αγίαν Λαύραν», που είναι φανταστική και φιλοτεχνήθηκε το 1851.
Ο θρύλος διαδόθηκε πλατιά ύστερα από το 1854.
Ακόμη και μερικοί ιστορικοί, που δε στάθηκαν στο ύψος του τίτλου του ιστορικού, που το αίτημά του είναι η αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας, με το χρέος να την αποκαλύψουν και να την προβάλουν, μπήκαν στο λούκι της οργανωμένης, με ευρύ δίκτυο, παραχάραξης του Εικοσιένα. Αυτοί αποσιώπησαν ή παραποίησαν τις υπάρχουσες ιστορικές πηγές, που διαψεύδουν το θρύλο της Αγ. Λαύρας και τον παρουσίασαν σε σχολικά βιβλία, σε ιστορίες, εγκυκλοπαίδειες και άρθρα τους, ως αλήθεια ιστορική. Ενώ το χρέος τους προς την ιστορική αλήθεια, εάν ήταν άξιοι του τίτλου του ιστορικού, είναι να φέρουν στο φως τις ιστορικές πηγές, που διαψεύδουν τεκμηριωμένα το θρύλο αυτό και να πρωτοστατήσουν για την αποβολή του από την ιστορία. Προέχει η ιστορική αλήθεια και όχι τα συμφέροντα των κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων που διακινούν και συντηρούν το θρύλο αυτό, ούτε και αν θιγεί το κύρος της εκκλησίας με την αποβολή του θρύλου αυτού από την ιστορία. Γιατί, η ιστορική αλήθεια συμβάλλει στην καλλιέργεια της ιστορικής συνείδησης, της ορθής αντίληψης για την κοινωνική πραγματικότητα και της ορθής κρίσης για τα πολιτικά πράγματα που συμβαίνουν και εξελίσσονται γύρω μας και τα οποία βιώνουμε, ώστε η ορθότητα της κρίσης αυτών να διαμορφώνει σωστά τις πολιτικές μας και κοινωνικές μας πεποιθήσεις, για την ωφέλεια όλου του λαού και του έθνους.
Τέλος ακόμα και στην περίπτωση που δεχτούμε την άποψη ότι, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε προαποφασίσει το 1820, ως επίσημη ημερομηνίας κήρυξης της ελληνικής επανάστασης την 25η Μαρτίου, ή ότι ο Π. Π. Γερμανός ευλόγησε την επανάσταση με την κουμπούρα στο κεφάλι, το γεγονός αυτό δεν αλλάζει την τελική διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας.

Στον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, ο Διονύσιος Σολωμός αφιέρωσε 39 κεντρικές στροφές ομολογώντας την σφαγή της Τριπολιτσάς. Ιδού δύο από αυτές :  Κοίτα χέρια απελπισμένα Πως θερίζουνε ζωές Χάμουπέφτουνεκομμένα Χέρια, πόδια, κεφαλιές, (στροφή 64η) Και παλάσκες καισπαθία Μεολοσκόρπισταμυαλά, Και μεολόσχιστακρανία Σωθικά λαχταριστά.(στροφή 65η)

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ- ΜΕΡΑ ΑΝΤΙΡΑΤΣΙΣΤΙΚΗΣ ΔΡΑΣΗΣ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

 *το παρόν κείμενο διαβάστηκε στην εκδήλωση που διοργανώθηκε στο 4ο Λύκειο Ζωγράφου

Σήμερα παγκόσμια μέρα κατά του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων μας δίνεται η ευκαιρία να συζητήσουμε γύρω από αυτό το θέμα που δυστυχώς γίνεται όλο και πιο επίκαιρο. Για να κατανοήσουμε τι πραγματικά είναι ο ρατσισμός θα πρέπει να εντοπίσουμε τις  ρίζες του. Τι πραγματικά είναι λοιπόν ο ρατσισμός? Ρατσισμός είναι να θεωρούμε κάποια άλλη ομάδα ανθρώπων ως κατώτερη ή ακόμη και άξια περιφρόνησης, λόγω της φυλετικής ή εθνικής τους καταγωγής. Ρατσισμός επίσης θεωρείται ο σεξισμός, δηλαδή η διάκριση απέναντι στις γυναίκες και απέναντι σε άτομα με διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις. Ρατσισμός επιπλέον είναι η διάκριση των ανθρώπων λόγω της κοινωνικής και επαγγελματικής τους κατάστασης και συχνά αναφέρεται με τον όρο κοινωνικός ρατσισμός. Για παράδειγμα όταν γίνεται περιφρόνηση στους οικοδόμους, τους σκουπιδιάρηδες κτλπ. Αιτία του ρατσισμού είναι συνήθως ένα μίγμα υπεροψίας και φόβου. Δηλαδή, από τη μια πλευρά αισθανόμαστε ότι η δική μας φυλή είναι ανώτερη - πιο καλλιεργημένη, πιο έξυπνη, πιο πολιτισμένη κτλ. - ενώ από την άλλη αισθανόμαστε ότι η άλλη φυλή με κάποιο τρόπο μας απειλεί: Είτε στρατιωτικά, είτε πολιτιστικά, είτε ακόμη και στο επίπεδο εξεύρεσης εργασίας. Το αποτέλεσμα, μέσα μας, είναι να βλέπουμε μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων με εχθρότητα και προκατάληψη. Ένα άλλο αίτιο είναι η έλλειψη στοιχειώδους μορφωτικού επιπέδου  όπου μετατρέπει τις  μάζες σε υποχείρια πρόβατα στις κατά καιρούς ρατσιστικές πολιτικές των κυβερνήσεων προκειμένου να δικαιολογηθούν  πολιτικά λάθη, να συντηρητικοποιηθεί η κοινωνία και να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη. Ο ρατσισμός δεν είναι ένας και ενιαίος. Υπάρχουν όμως ορισμένα δομικά χαρακτηριστικά κοινά σε όλους τους ρατσισμούς. Ετσι, κάθε ρατσισμός στηρίζεται σε αρνητικά στερεότυπα, δηλαδή σε προκαταλήψεις απέναντι στις άλλες, στις ξένες φυλές. Ο ρατσιστής γνωρίζει ότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στους πολιτισμούς και τις επιμέρους κοινωνικές ομάδες. Τις διαφορές αυτές όμως τις απολυτοποιεί, τις θεωρεί αναλλοίωτες και αιώνιες. Τη δική του φυλή θεωρεί ανώτερη από όλες τις άλλες. Επιπλέον, θεωρεί ότι τα χαρακτηριστικά μιας ορισμένης ομάδας είναι ομοιογενή για όλα τα μέλη της. Δεν αναγνωρίζει, δηλαδή, ότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα μέλη ακόμα και της δικής του ομάδας-φυλής. Πρόκειται βεβαίως για πίστη και όχι για γνώση.
Είναι αλήθεια ότι στο πλαίσιο των ομάδων οι πάντες σχηματίζουν θετικά στερεότυπα για τους δικούς τους (έσω ομάδα) και προκαταλήψεις για τους τρίτους (την έξω ομάδα). Προκαταλήψεις διαμορφώνουμε όλοι από τα πρώτα στάδια της ανατροφής μας, εφόσον δεν μπορούμε να σχηματίσουμε ταυτότητα χωρίς τη διάκριση «εμείς - αυτοί». Αυτό συμβαίνει ανέκαθεν. Εκείνο όμως που δεν είναι αναπόφευκτο, είναι η διά παντός εμμονή και καθήλωση κάποιου στις κληρονομημένες από το κοινωνικό του περιβάλλον προκαταλήψεις. Ρατσιστής, ακριβώς, είναι εκείνος που δεν δέχεται ποτέ να υποβάλει σε κριτική συζήτηση τις προκαταλήψεις του. Ο ρατσιστής δεν είναι απλώς δύσπιστος στο ένα ή το άλλο επιχείρημα. Απορρίπτει την ίδια τη χρήση του λόγου. Αυτό συμβαίνει γιατί δίπλα στις υπαρκτές διαφορές προσαρτά ο ίδιος ορισμένες φαντασιακές διαφορές, έτσι ώστε οι πρώτες να αποτελούν άλλοθι για τις δεύτερες.
Ουσιαστικά, ο ρατσισμός δεν αποτελεί μια στάση που προέρχεται από μια πραγματική διαφορά με τους άλλους. Απεναντίας, ο ρατσισμός δημιουργεί μια αιτία προκειμένου να εκδηλωθεί. Ακόμα κι αν δεν υπάρχει πραγματικά η αιτία, θα εφευρεθεί. Η πίστη στην πρόταση «οι Εβραίοι σφάζουν παιδιά Χριστιανών» ή «όλοι οι Αλβανοί είναι εγκληματίες» είναι από λογική άποψη αστήρικτη. Από ψυχολογική άποψη, όμως, εξηγείται γιατί προσφέρει άλλοθι για την εκδήλωση επιθετικότητας απέναντι στις ομάδες-θύματα. Η υπερβολική έξαψη, η «υπερ-αντίδραση» με την οποία ένας ρατσιστής απορρίπτει τον άλλον, δεν έχει καμιά σχέση με την εκάστοτε πραγματική αφορμή, όποτε κι αν αυτή ποτέ δοθεί.
Φυσικά, ο ρατσισμός συγγενεύει με την ξενοφοβία και τον εθνοκεντρισμό. Πολλές φορές συνυπάρχει μαζί τους, διαμορφώνοντας μια κατάσταση συγκοινωνούντων δοχείων.
Ωστόσο, η ξενοφοβία μπορεί να μη στηρίζεται σε μια ανορθολογική πίστη στη βιολογική ανωτερότητα της φυλής, αλλά σε απλή άγνοια. Επίσης, ένας εθνικιστής μπορεί να υποτιμά τα άλλα έθνη, πλην όμως δεν είναι απαραίτητο να επιθυμεί την εξαφάνισή τους. Η ιδιαιτερότητα του ρατσιστή έγκειται στο ότι εκτός από την πίστη του στη διαφορά της δικής του ανώτερης, καλής και καθαρής φυλής επιθυμεί την εξαφάνιση των άλλων, επιθυμεί την εξαφάνιση των διαφορών (ανεξάρτητα από το αν πραγματοποιεί την επιθυμία αυτή).
Επιπλέον, στις μέρες μας έχει αλλάξει και το περιεχόμενο του ρατσισμού. Σήμερα η έννοια της ράτσας έχει περιθωριοποιηθεί, μια και αποδείχθηκε το αντιεπιστημονικό του υπόβαθρο. Στο πλαίσιο των σύγχρονων πολυπολιτισμικών κοινωνιών ο ρατσισμός εκφράζεται με διαφορετικό τρόπο: αντί να διατυμπανίζει την ανωτερότητα της φυλής και την απόρριψη των άλλων, ο ρατσισμός εκφράζεται κυρίως με την απόλυτη αποδοχή των πολιτισμικών διαφορών. Η ανισότητα του ανώτερου και του κατώτερου αντικαθίσταται από την απόλυτη διάκριση ανάμεσα σε ανόμοιους και αναφομοίωτους, υποτίθεται, πολιτισμούς. Πυρήνας του ρατσισμού πλέον είναι η φοβία της διαπολιτισμικής επικοινωνίας. Η επιδεικτική περιφρόνηση για τους κατώτερους παραχωρεί τη θέση της στην έμμονη αποφυγή της επαφής με τους άλλους. Εξαιτίας της μετατόπισης από τη «φυλή» στην «κουλτούρα» γίνεται λόγος πλέον για «νεο-ρατσισμό».
Για την εκδήλωση ρατσιστικών συμπεριφορών απαιτείται κατάλληλο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον. Σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, διεθνών ανακατατάξεων, αυξάνουν οι ρατσιστικές συμπεριφορές εις βάρος ευπαθών κοινωνικών ομάδων (μετανάστες, πρόσφυγες, εθνικές μειονότητες, ομοφυλόφιλοι, μαύροι κ.λπ.). Οι ομάδες αυτές καθίστανται αντικείμενο ηθικού πανικού, δυσμενών διακρίσεων, καθίστανται το «κακό» αντικείμενο επί του οποίου διοχετεύονται το άγχος, ο φθόνος, η μνησικακία και η καταπιεσμένη επιθετικότητα της πλειοψηφίας. Πρόκειται για έναν διασπαστικό ρατσισμό που διευκολύνει την κυριαρχία των ελίτ εξουσίας μέσω της τακτικής του «διαίρει και βασίλευε».
Η πρώτη εικόνα που έρχεται στο μυαλό οποιουδήποτε ακούσει τη λέξη ρατσισμός, είναι τα σκλαβοπάζαρα, οι έγχρωμοι εργάτες του αμερικανικού νότου, τα γκέτο και η Κου Κλουξ Κλαν… Εικόνες που κάθε άλλο παρά κάνουν την ανθρωπότητα περήφανη. Ποιοι όμως είναι οι λόγοι για αυτά τα φαινόμενα; Αν κάποιος κοιτάξει προσεκτικά θα διαπιστώσει ότι πίσω από το ρατσισμό των προηγούμενων αιώνων βρίσκονται τα συμφέροντα της τότε πλουτοκρατίας οι οποίοι χρειαζόντουσαν δωρεάν εργατικά χέρια για να συντηρήσουν τα πλούτη τους και η θεωρία του ρατσισμού υπήρξε για να δικαιολογεί αυτή την εκμετάλλευση. Στη συνέχεια ο ρατσισμός εξυπηρέτησε στο να διασπά και να διαχωρίζει τους λευκούς και μαύρους εργαζόμενους από τον κοινό αγώνα. Στη συνέχεια οι ρατσιστικές απόψεις επεκτάθηκαν και απέναντι σε άλλους λαούς που μετανάστευσαν στη «γη της επαγγελίας», στους Ιταλούς, στους Νοτιο-αμερικάνους και στους Έλληνες, τους οποίους μάλιστα χαρακτήριζαν «βρωμο-έλληνες»… Στην Ευρώπη, η ρατσιστική θεωρία υπήρξε η βάση των ναζιστικών/φασιστικών ομάδων, που εμφανίστηκαν την περίοδο του μεσοπολέμου (’30). Ομάδες που είχαν τη στήριξη της ευρωπαϊκής πλουτοκρατίας και λειτούργησαν ως ανάχωμα στα κινήματα των εργαζομένων. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά: απολυταρχικά – ολοκληρωτικά καθεστώτα που βούλιαξαν την Ευρώπη στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο και την καταστροφή .Στις μέρες μας, η οικονομική κρίση, η χρεοκοπία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και η αύξηση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων δίνει πρόσφορο έδαφος όχι μόνο στις ριζοσπαστικές τάσεις της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και στις νεοφασιστικές ομάδες. Ιδιαίτερο ρόλο παίζει και η εγκληματική αδιαφορία των κυβερνήσεων απέναντι τόσο στους ντόπιους, όσο και στους πρόσφυγες που έχουν καταφύγει στη χώρα μας. Οι τελευταίοι, ως οι πιο οικονομικά αδύνατοι, έχουν καταδικαστεί να ζουν σε άθλιες συνθήκες στο κέντρο της Αθήνας με αποτέλεσμα να δημιουργούνται γκέτο όπου ανθούν οι παραβατικές συμπεριφορές (κλοπές, διακίνηση ναρκωτικών, μαστροπεία). Ενδεχομένως να εξυπηρετεί και η υποβάθμιση του ιστορικού κέντρου της πρωτεύουσας, για να πέσουν οι τιμές των ακινήτων και όταν αγοραστούν σε εξευτελιστικές τιμές από μεγαλο-επιχειρηματίες, να γίνει «σκούπα» και να στοιβάξουν σαν ζώα τους μετανάστες σε μεσαιωνικά κέντρα κράτησης. Το πρόβλημα θα είχε λυθεί πολύ εύκολα μέσω πολιτικής κοινωνικής πρόνοιας (στέγαση, ένδυση, παιδεία, εργασία. Το μόνο που βιώνουμε είναι η αυξανόμενη φτώχεια – υποβάθμιση του βιοτικού μας επιπέδου και η ενίσχυση των σωμάτων ασφαλείας.
Ο κάθε λαός βρίσκει τα δικά του προσχήματα όταν θέλει να στραφεί προς το ρατσισμό. Η ναζιστική Γερμανία είχε προφασιστεί τη γενετική καθαρότητα. Η Αγγλία της αποικιοκρατίας προφασίστηκε την πολιτιστική ανωτερότητα. Εμείς εδώ στην Ελλάδα, όταν έχουμε κρούσματα ρατσισμού, συνήθως αναζητούμε πρόσχημα στην εθνική μας καταγωγή, στην ελληνικότητά μας και στην ένδοξη ιστορία μας.   
Είναι βέβαια αλήθεια ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας συνεισέφεραν πολλά στoν πανανθρώπινο πολιτισμό, ίσως και περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο λαό της εποχής εκείνης. Το έκαναν όμως αυτό καλλιεργώντας τη δημοκρατία και το σεβασμό προς τον κάθε άνθρωπο, προς το ανθρώπινο πρόσωπο αυτό καθ’ εαυτό. Αν τώρα εμείς - εν ονόματι των αρχαίων - περιφρονούμε κάποιους εκ των συνανθρώπων μας, τότε το μόνο που κάνουμε είναι να φανερώνουμε ότι δεν είμαστε γνήσια παιδιά τους. 
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνούμε είναι ότι ο κάθε άνθρωπος, ανεξάρτητα από την παιδεία που έλαβε και από τον πολιτισμό στον οποίο ανατράφηκε, έχει μέσα του την ίδια φλόγα της ανθρώπινης φύσης που έχουμε κι εμείς: Έχει δηλαδή την ικανότητα να αγαπά, να δημιουργεί, να ζει σε κοινωνία, να σκέπτεται, να χαίρεται, να θαυμάζει. Ίσως σε κάποια εξωτερικά ιδιώματα ή σε κάποιες συνήθειες να διαφέρει από εμάς, αλλά αυτό θα έπρεπε να ξυπνούσε το ενδιαφέρον μας μάλλον - πώς να γνωριστούμε καλύτερα - παρά το φόβο, την κατάκριση, την περιφρόνηση. 
Στην Ελλάδα πιστεύω πως είναι λάθος να μιλάμε για ρατσισμό. Αυτό που δυστυχώς όλο και περισσότερο αυξάνεται είναι η ξενοφοβία και η τρομολαγνεία που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ και έχει ως θύματα όχι τους νόμιμους αλλα τους “παράνομους” μετανάστες. Ανθρώπους που η ανάγκη τους έκανε να περπατήσουν 10.000 χιλιόμετρα προκειμένου να σωθούν από τα αποτελέσματα της καταστροφικής ιμπεριαλιστικής επέλασης της δύσης με γνώμονα –τι άλλο?- το κέρδος.  Κάτι για το οποίο φυσικα έχει ευθύνες και η Ελλάδα ως στρατιωτικός εταίρος της δύσης.
Δυο εκατομμύρια λοιπόν οι «λαθρομετανάστες»; Ψέμα και μάλιστα προκλητικό. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Μεταναστευτικής Πολιτικής (ΙΜΕΠΟ) του 2008, ο αριθμός των μεταναστών χωρίς άδεια παραμονής κυμαίνεται από τις 172.250 στις 209.402 άτομα. Ο Αλ. Ζαβός, πρόεδρος του ΙΜΕΠΟ σε συνέντευξή του τον Σεπτέμβρη του 2008 έδωσε ελαφρώς μεγαλύτερο αριθμό: «Γνωρίζουμε τον αριθμό των νομίμων και υπολογίζουμε κατ’εκτίμηση τον αριθμό των μη νόμιμων μεταναστών. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών, περίπου 500.000 διαθέτουν άδεια εν ισχύ, ενώ περίπου 100.000 βρίσκονται σε διαδικασία διεκπεραίωσης της υπόθεσής τους. Οι μη νόμιμοι μετανάστες από την άλλη, υπολογίζονται σε 200.000 με 250.000. Συνεπώς στην Ελλάδα κατοικούν και εργάζονται περίπου 850.000 έως 900.000 άτομα. Οι μετανάστες δηλαδή αντιστοιχούν περίπου στο 9% του πληθυσμού της χώρας».
Αρα, κάθε άλλο παρά «γεμίσαμε». Όμως, μήπως όσοι και να είναι οι «λαθραίοι» ή οι μετανάστες συνολικά, δεν τους χωράει μια χώρα με περιορισμένες δυνατότητες όπως υποστηρίζουν οι υπέρμαχοι του δολοφονικού «φράκτη» στον Έβρο και οι χειροκροτητές της Frontex;
Στη βάση αυτού του ισχυρισμού βρίσκεται η άποψη ότι οι μετανάστες φέρνουν την ανεργία. Είναι κι αυτό ψέμα, και μάλιστα διπλό.
Είναι ψέμα, γιατί είναι σαν να υποστηρίζει κάποιος ότι η αύξηση του πληθυσμού μιας χώρας –γιατί αυτό σημαίνει η παρουσία των μεταναστών- προκαλεί αυτόματα και μια αύξηση του ποσοστού ανεργίας. Και μόνο να το σκεφτεί κανείς με τέτοιους όρους, αρχίζει να καταλαβαίνει ότι το «επιχείρημα» μπάζει από παντού. Από το 1950 μέχρι σήμερα ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξάνεται σταθερά. Αν η ανεργία ανέβαινε όσο ανεβαίνει ο πληθυσμός, σήμερα η μισή Ελλάδα θα ήταν άνεργη.
Η υποκρισία των ρατσιστικών κραυγών αποδεικνύεται όταν οι ίδιοι διαλαλούν σε όλους τους τόνους ότι ένα από τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι η ...υπογεννητικότητα! Περισσότερες γεννήσεις, περισσότεροι κάτοικοι, περισσότερα «παραγωγικά χέρια» μας λένε, φέρνουν οικονομική ανάπτυξη. Φτάνει, συμπληρώνουμε εμείς, να είναι τα «σωστά» χέρια, τα καθαρόαιμα ελληνικά σύμφωνα με την αρρωστημένη λογική των ρατσιστών.
Είναι ψέμα, επίσης, γιατί οι μετανάστες αντί να «στραγγίζουν» θέσεις εργασίας και ανάπτυξη την έχουνε στηρίξει. Με πολλούς τρόπους. Σύμφωνα πάλι με μελέτη του ΙΜΕΠΟ «οι μετανάστες (νόμιμοι και παράνομοι) συμβάλλουν κατά 2,7% στο ΑΕΠ της χώρας, δημιουργούν το 2,8% του εισοδήματος και συνιστούν το 2,5% της απασχόλησης. Η έλευσή τους έχει προκαλέσει αύξηση των θέσεων εργασίας». Το «Εψιλον» της Ελευθεροτυπίας στις 17 Οκτώβρη 2010 είχε κάνει ένα αφιέρωμα για το τι θα σήμαινε να άδειαζε ξαφνικά η Ελλάδα από μετανάστες. Να ένα καλό παράδειγμα:
«Τα νοικοκυριά των οικονομικών μεταναστών καταναλώνουν το 3,1% της συνολικής αξίας των αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνονται στη χώρα, δαπανώντας κατά μέσον όρο 1.444 ευρώ το μήνα, όταν η μέση δαπάνη του συνόλου των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται σε 2.317 ευρώ. Τα λουκέτα αυξάνουν και, εφόσον δεν κινείται φύλλο, 100.000-124.00 εργαζόμενοι σε εμπορικά καταστήματα, μπαρ, καφέ, πιτσαρίες χάνουν τη δουλειά τους. Και να ήταν μόνο οι ξένοι; Οι 100.000 από αυτούς είναι... εντελώς Ελληνες». Η φυγή των μεταναστών, λοιπόν, θα έφερνε μεγαλύτερη ανεργία και όχι ο ερχομός τους.
Η μελέτη του ΟΟΣΑ Migration Outlook 2010 (κάποια στοιχεία της δημοσιεύτηκαν στο www.tvxs.gr στις 13 Ιούλη 2010) παρόλο που μόνο ως αντιρατσιστικό ή αριστερό κείμενο δεν μπορεί να θεωρηθεί, δείχνει με κάποιους έμμεσους τρόπους ότι η ανεργία είναι κοινή μοίρα των ντόπιων και μεταναστών εργατών, και ότι μάλιστα οι «μετανάστες πλήττονται δυσανάλογα από την κρίση». Συγκεκριμένα: «Τα πιο πρόσφατα στοιχεία, από το τρίτο τέταρτο του 2009, δείχνουν ότι ο αριθμός των ανέργων Ελλήνων αυξήθηκε κατά 30% περίπου την προηγούμενη χρονιά, ενώ ο αριθμός των ανέργων ξένων ΔΙΠΛΑΣΙΑΣΤΗΚΕ (η υπογράμμιση δική μου, ΛΜ). Οι ξένοι αποτελούσαν το 9,8% της απασχόλησης και το 10,5% της ανεργίας».
Και εδώ ερχόμαστε στο πραγματικό ζήτημα. Για την ανεργία, τη φτώχεια, τα χαμηλά μεροκάματα, η αιτία δεν βρίσκεται στο ότι «η βάρκα γέμισε» και δεν αντέχει άλλο. Φταίει ότι τη «βάρκα» δηλαδή τον πλούτο της κοινωνίας τον κατέχει μια εκμεταλλευτική μειοψηφία, οι καπιταλιστές. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που κυνηγάει το κέρδος, τυφλά και καταστροφικά. Για κάποιες περιόδους, αυτές που οι κυβερνήσεις ονομάζουν «άνθηση», αυτό το κυνήγι μπορεί να φέρει θέσεις εργασίας, ακόμα και μεγαλύτερα μεροκομάτα. Όμως, και πάλι, οι εργάτες πρέπει να παλεύουν με νύχια και με δόντια για να διατηρήσουν και να μεγαλώσουν βιοτικό επίπεδο και δικαιώματα.
Η κερδοσκοπική φούσκα στην γη και τα ακίνητα ήταν ένας από τους κινητήρες του ελληνικού καπιταλισμού από τη δεκαετία του ’90 κιόλας. Το «εθνικό όραμα» της Ολυμπιάδας, εκτός από χρέη προκάλεσε και ένα οργασμό οικοδομικής δραστηριότητας. Έτσι η οικοδομή «χώρεσε» τους Αλβανούς και τους Πολωνούς οικοδόμους δίπλα στους ντόπιους. Και ευτυχώς το συνδικάτο οικοδόμων έγραψε μέλη του αυτόν τον κόσμο.
Με το ξέσπασμα της κρίσης η οικοδομική δραστηριότητα έπεσε κατακόρυφα και το τσεκούρι που ρίχνει το «Μνημόνιο» στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Και «ξαφνικά» εκεί που ο κλάδος χωρούσε τόσους, τώρα χωράει τους μισούς και τους λιγότερους –ντόπιους και μετανάστες, «νόμιμους» και παράνομους. Για την ακρίβεια, η ρατσιστική πολιτική των κυβερνήσεων έχει εξασφαλίσει ότι η ανεργία γίνεται παράγοντας που σπρώχνει στην «παρανομία» μετανάστες εγκατεστημένους χρόνια στην Ελλάδα. Ανεργία σημαίνει όχι ένσημα, και άμα δεν πιάσεις τον «κατάλληλο» αριθμό ενσήμων, χάνεις άδεια εργασίας και άδεια παραμονής.
Η αλήθεια είναι ότι οι μετανάστες όχι μόνο δεν επιβαρύνουν τις κοινωνικές υπηρεσίες (σχολεία, νοσοκομεία κλπ), αλλά φέρνουν έτοιμα εργατικά χέρια χωρίς και το ελληνικό κράτος να ξοδέψει ούτε ένα ευρώ για την ανατροφή τους. Κάθε ελληνόπουλο μέχρι να φτάσει σε ηλικία για να πιάσει δουλειά χρειάζεται μια «επένδυση» από την οικογένεια και το κράτος (στο μαιευτήριο, στον παιδικό σταθμό, στο δημοτικό κλπ). Οι μετανάστες φέρνουν αυτή την «επένδυση» έτοιμη μαζί τους.
Το αίτημα νομιμοποίησης όλων των μεταναστών, για το οποίο πολέμησανοι 300 στην Υπατία  φαντάζει ουτοπικό. Παρόλα αυτά να τι θα κερδίζονταν:

  • Αύξηση του μεροκάματου των ίδιων των μεταναστων αλλά και όσων ντόπιων εργαζόμενων δουλεύουν σε παρεμφερείς εργασίες με τους μετανάστες. Ματαίωση του χάσματος και άμβλυνση της πίεσης που ασκούν οι εργοδότες στους εργαζόμενους με “κανονική” εργασιακή σχέση.
·        Μείωση της αδήλωτης εργασίας και της εισφοροδιαφυγής των εργοδοτών. Αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων και της φοροδιαφυγής από την ένταξη περίπου 470.000 ανθρώπων στο ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα.
·        Διευκόλυνση της ένταξης των μεταναστών στα συνδικάτα και αύξηση της διαπραγματευτικής τους δύναμης.
·        Μείωση της περιθωριοποίησης και της παραβατικότητας, φρένο στην εκμετάλλευση ανθρώπων από εγκληματικά κυκλώματα και κυκλώματα “νομιμοποιήσεων”.
·        Αποσυμφόρηση της διαδικασίας του ασύλου από οικονομικούς μετανάστες που αναγκάζονται να αιτηθούν άσυλο για να μη ζουν με το φόβο της σύλληψης και της απέλασης.
·        Απεγκλωβισμός από τη χώρα ανέργων μεταναστών που θα ήθελαν να επιστρέψουν στη χώρα τους για κάποιο διάστημα, αλλά δεν το κάνουν φοβούμενοι πως θα δυσκολευτούν να επιστρέψουν παράνομα.
·        Απονομιμοποίηση της ρατσιστικής προπαγάνδας περί “εγκληματιών” λαθρομεταναστών που ευθύνονται για όλα τα δεινά. Απονομιμοποίηση της καταστολής με πρόσχημα τους “παράνομους”.
Τέλος θέλω να επισημάνουμε πως είναι ψέμα το επιχείρημα ότι νομιμοποίηση=νέα αύξηση μεταναστευτικών ροών. Αν κάτι τέτοιο ίσχυε τότε θα είχαμε “πλημμυρίσει” από Βούλγαρους και Ρουμάνους όταν οι χώρες τους εντάχθηκαν στην ΕΕ και εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετατράπηκαν από παράνομους μετανάστες σε πολίτες της ΕΕ. Αντίθετα η νόμιμη παραμονή και μετακίνηση των μεταναστών σημαίνει πως θα ακολουθήσουν φυσιολογικά και χωρίς περιορισμούς τις ευκαιρίες για εύρεση εργασίας, εκεί όπου υπάρχουν δουλειές. Και δεν θα εγκλωβίζονται σε χώρες σαν την Ελλάδα που είναι παγκοσμίως γνωστό πως αποτελούν τον αδύναμο κρίκο στην παγκόσμια αλυσίδα της κρίσης.
Μόνο ως πρόωρα πνευματικά γερασμένοι  μπορούν να χαρακτηριστούν οι νέοι οι οποίοι  κουβαλούν παρόμοιες ρατσιστικές αντιλήψεις με μεσήλικες. Η πάλη κατά του ρατσισμού είναι ζήτημα όλων όσων επιζητούν μια ανατροπή στους συσχετισμούς που δημιουργούνται  και είναι εις βάρος όλων μας.

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΡΑΜΣΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΣ

 ΕΝΑ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΙΤΑΛΟΥ ΜΑΡΞΙΣΤΗ


Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι' αυτό μισώ τους αδιάφορους.

Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα.

Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει.

Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν.

Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;

Μισώ τους αδιάφορους και γι' αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ' αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι' αυτό που έκανε και ειδικά γι' αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.

Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ' αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ' αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ' αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι' αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους.